Αν
κάποιος βγαίνει απόλυτα κερδισμένος από την πρόσφατη οικονομικο-πολιτική
περιπέτεια της Ελλάδας είναι, χωρίς αμφιβολία, οι ΗΠΑ. Έτσι η δήλωση της κας Βικτώριας Νούλαντ, κατά την πρόσφατη
επίσκεψή της στην Αθήνα, ότι αισθανόταν ενθουσιασμένη ήταν οπωσδήποτε ειλικρινής.
Προφανώς ήταν ικανοποιημένη και με τον εαυτόν της, καθώς είχε και η ίδια βάλει
το χέρι της στην «ευτυχή» για τα αμερικανικά συμφέροντα κατάληξη του ελληνικού
δράματος…
Οι
ΗΠΑ, έχοντας εξασφαλίσει όλα τα ισχυρά, φανερά και αφανή, εργαλεία για την
επιτυχία των σκοπών τους, κινήθηκαν όλο το προηγούμενο διάστημα με τρόπο
περίτεχνο, αποφασιστικό, ενίοτε μακιαβελικό. Στο νέο «Μεγάλο Παιχνίδι», που
παίζεται στην ευρασιατική ήπειρο, η αμερικανική αυτοκρατορία είχε εδώ και καιρό
εξαπολύσει γενική αντεπίθεση. Κύριος στόχος της είναι η διατήρηση του συστήματος
του μονοπολικού κόσμου, υπό την ηγεμονία της Ουάσιγκτον και των πανίσχυρων διεθνών
κύκλων του παγκόσμιου κεφαλαίου που πορεύονται μαζί της –τουλάχιστον έως έναν
βαθμό με κοινά συμφέροντα. Για την ευρωπαϊκή ήπειρο αυτό μεταφράζεται με το
γνωστό δόγμα από ιδρύσεως ΝΑΤΟ: η Αμερική «μέσα», η Γερμανία «κάτω» και η Ρωσία
«έξω»…
Ποιος,
όμως, ο ρόλος της χρεωκοπημένης οικονομικά, αλλά σε κομβικό γεωπολιτικό
σταυροδρόμι Ανατολής-Δύσης και Βορράς-Νότου, Ελλάδας; Ήδη από τα μέσα της
πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, το ελλαδικό κράτος και ο ελληνισμός άρχισαν να
μετατρέπονται σε προβληματικό κρίκο για τον αμερικανικό παράγοντα. Σειρά εξελίξεων,
τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο ευρύτερο περιβάλλον, αν δεν αδυνάτιζαν
την αμερικανική επιρροή κινούνταν πάντως στην αντίθετη κατεύθυνση από τις επιδιώξεις
των ΗΠΑ. Κάνοντας, λοιπόν, μια μικρή αναδρομή στο χρόνο θα δούμε ότι έως το
2009 οι Αμερικανοί διαπίστωναν για την Ελλάδα:
α.
Την ολοένα και μεγαλύτερη εξάρτησή της από Γερμανία και το γερμανικό κεφάλαιο, η
οποία είχε ενταθεί κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Σημίτη. Η κατάσταση γινόταν πιο περίπλοκη από την προσπάθεια του
Βερολίνου να χειραφετηθεί από την αμερικανική κηδεμονία, επιδιώκοντας πέρα από
οικονομικά και γεωπολιτικά κέρδη –σε συνδυασμό με τις αλματωδώς αυξανόμενες
οικονομικές σχέσεις της Γερμανίας με τη Ρωσία.
β.
Τα παραδοσιακά φιλορωσικά αισθήματα του ελληνικού λαού άρχισαν να αποκτούν
πρακτική εφαρμογή, όταν η κυβέρνηση Καραμανλή
προχώρησε σε συμφωνίες, στον τομέα της ενέργειας, με την Μόσχα. Η τελευταία, ας
σημειωθεί, ότι επανέκαμπτε στα Βαλκάνια -μετά τον ντροπιαστικό για το κύρος της
πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας- με σοβαρές φιλοδοξίες, που αν πραγματοποιούνταν θα
άλλαζαν δια παντός τις γεωπολιτικές ισορροπίες.
γ.
Το φιάσκο του βρετανο-αμερικανικού «σχεδίου Αννάν» στην Κύπρο, που οδήγησε σε πρόσκαιρη αναβολή της εφαρμογής του στρατηγικού στόχου της
Ουάσιγκτον για την υπαγωγή της Κύπρου σε καθεστώς μειωμένης κρατικής κυριαρχίας
υπό νατοϊκή/αμερικανική ομπρέλα.
δ.
Την επιμονή της Αθήνας στην μη αποδοχή απαράδεκτων για τα ελληνικά συμφέροντα
υποχωρήσεων στις σχέσεις της με την πΓΔΜ. Η ελληνική στάση, που κορυφώθηκε στη
σύνοδο του ΝΑΤΟ στο Βουκουρέστι το 2008, αποτελούσε τεράστιο εμπόδιο στον άλλον
στρατηγικό στόχο της Ουάσιγκτον. Στον πλήρη έλεγχο, δηλαδή, των Βαλκανίων μέσω
της ένταξης όλων των χωρών της χερσονήσου στο ΝΑΤΟ και της ακύρωσης κάθε
ρωσικής παρουσίας, ιδιαίτερα στις ενεργειακές διαδρομές.
Ερχόμενοι
λοιπόν στο σήμερα, έπειτα από πάνω από έξι χρόνια κατακλυσμιαίων αλλαγών, το
τοπίο είναι εντελώς διαφορετικό. Η Αθήνα είναι δεμένη γερά στο άρμα της
αμερικανικής πολιτικής, ουσιαστικά «όργανό» της εντός της Ε.Ε., σε
διαδικασία ψύχους των σχέσεων της με τη Ρωσία, ενώ και οι ίδιες οι ΗΠΑ έχουν
αποκτήσει πια το φωτοστέφανο του σωτήρα της χώρας, χωρίς να έχουν δώσει ούτε
ένα δολάριο! Αν αυτό δεν είναι επιτυχία, τότε τι είναι;