Σάββατο 19 Δεκεμβρίου 2015

Πρώιμες σοσιαλιστικές ιδέες και αριστερά στην Ελλάδα έως το 1940


 

Ομιλία στο πλαίσιο των σεμιναρίων του «Κέντρου Ευρωπαϊκών και Διεθνών Υποθέσεων» του Πανεπιστημίου Λευκωσίας, στη Λευκωσία και τη Λεμεσό, με θέμα «Μια ιστορία των ιδεών στον Νέο Ελληνισμό», Οκτώβριος 2015

Είναι σαφές ότι, στο πλαίσιο μιας ομιλίας 45 λεπτών, μίας ώρας, είναι δύσκολο να παρουσιαστεί με επάρκεια ένα τόσο σύνθετο πολιτικό και κοινωνικό φαινόμενο όπως αυτό των σοσιαλιστικών ρευμάτων, σε όλες τις ιδεολογικές αποχρώσεις και εκφάνσεις του, που καλύπτει σχεδόν έναν αιώνα. Πολύ περισσότερο που οι ιδέες και οι δράσεις συνδέονται με τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, τόσο την πολιτική όσο και αυτής των ιδεών, ενώ καταλυτικές θα είναι και οι διεθνείς επιρροές.
Ωστόσο, θα επιδιώξουμε να κάνουμε μια συνοπτική περιγραφή της περιπέτειας των αριστερών ιδεών, σκιαγραφώντας πρωτίστως τις βασικές του κατευθύνσεις και τις μεγάλες τομές, που εντέλει θα σφραγίσουν την μετέπειτα πορεία του, ίσως ακόμη και τις σημερινές κατευθύνσεις και τάσεις.
Θεωρώ ότι αυτή η πρώτη περίοδος έχει ένα περισσότερο ενδιαφέρον καθώς είναι ελάχιστα γνωστή στους περισσότερους, όπως και άγνωστοι παραμένουν και οι πρωταγωνιστές αυτών των κινήσεων. Οπότε, μιλούμε και για μια απόπειρα αποκατάστασης της ιστορικής δικαιοσύνης.  

Επιχειρώντας μια γενική περιοδολόγηση στην ιστορία των σοσιαλιστικών ιδεών και του αριστερού κινήματος θα πρότεινα να τη χωρίσουμε σε δύο περιόδους, οι οποίες με τη σειρά τους διαχωρίζονται σε δύο υποπεριόδους.
Όπως, θα δούμε, η δεύτερη περίοδος δεν τελειώνει το 1940, αλλά συνεχίζεται κατά τη διάρκεια της επερχόμενης δεκαετίας. Στη φάση αυτή, όμως, λαμβάνει χώρα ένα άλμα της επιρροής του ΚΚΕ και των αριστερών ιδεών, η απόπειρα κατάληψης της εξουσίας, μέσα από επαναλαμβανόμενους γύρους εμφυλίου πολέμου, και η ήττα τους. Τα γεγονότα αυτά συνιστούν εξ αντικειμένου το θέμα μιας ειδικής παρουσίασης, λόγω της πυκνότητάς τους και της περίπλοκης σύνθεσης που τα χαρακτηρίζει.
 

Α΄ περίοδος
Εισαγωγή των σοσιαλιστικών ιδεών στον ελλαδικό χώρο και η δημιουργία των πρώτων σοσιαλιστικών κινήσεων

1η υποπερίοδος: 1848-περίπου 1907/12
·         Εστία των ριζοσπαστικών ιδεών κυρίως τα Επτάνησα
·         Οι επιρροές:
Ø  κινήματος για την ιταλική ενοποίηση
Ø  ουτοπικού σοσιαλισμού
Ø  Κομμούνας του Παρισιού
Ø  Μαρξ
Ø  αναρχικών Μπακούνιν, Προυντόν, Κροπότκιν

2η υποπερίοδος: 1908/12-1917/18
Πρώτες μαρξιστικές αναλύσεις
Κύκλος της Ιένας
 Ίδρυση στη Θεσσαλονίκη της οργάνωσης «Φεντερασιόν»


Β΄ Περίοδος
Δημιουργία του ΚΚΕ, διάδοση των μαρξιστικών ιδεών, απόπειρα κατάληψης της εξουσίας

1η υποπερίοδος: 1917/18-1935,
·         Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία
·         Ίδρυση του ΣΕΚΕ και της ΓΣΕΕ
·         Πρόσφυγες από την Μικρά Ασία και αύξηση της εργατικής τάξης
·         Σύγκρουση σταλινικών και τροτσκιστών

2η υποπερίοδος: 1935-1949
·         Πολιτική του Λαϊκού Μετώπου
·         Πόλεμος και Κατοχή-δημιουργία του ΕΑΜ
·         Ισχυροποίηση του ΚΚΕ
·         Απόπειρα κατάληψης της εξουσίας, ήττα στον εμφύλιο

Ο όρος σοσιαλισμός χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα από την «Εφημερίδα της Σμύρνης» στα 1849. Από εκεί τη μετέφερε στην Αθήνα, στους «Νέους Καιρούς», ο γιατρός Παναγιώτης Σοφιανόπουλος (1786-1856), στέλεχος του Γαλλικού Κόμματος του Κωλέττη, ο οποίος αναδημοσίευσε ένα άρθρο για τους ουτοπικούς σοσιαλιστές Φουριέ και Όουεν.
Ο όρος αριστερά καταγράφεται για φορά στα πρακτικά της βουλής το 1881 όταν εκλέγονται 6 βουλευτές που ήσαν εχθροί της μοναρχίας.
Κέντρο των ριζοσπαστικών ιδεών αυτήν την περίοδο είναι τα Επτάνησα. Και υπάρχουν συγκεκριμένοι λόγοι για αυτήν την πνευματική και πολιτική δραστηριότητα στην πατρίδα του Καποδίστρια, του Σολωμού και του Κάλβου.
Ο κυριότερος δεν είναι άλλος από το ότι δεν γνώρισαν τον τουρκικό ζυγό, αλλά βρέθηκαν κάτω από τη δυτική αποικιοκρατία, τους Βενετσιάνους, τους Γάλλους και στο τέλος τους Βρετανούς. Αυτό είχε ως συνέπεια να διευκολυνθεί η εισαγωγή των νέων ιδεών που αναπτύσσονταν στον ευρωπαϊκό χώρο, κυρίως μέσω της Ιταλίας.
Ταυτόχρονα, όμως, διεξαγόταν ένας συνεχής αγώνας από τον ελληνικό πληθυσμό για να διατηρήσει την ταυτότητά του. Η επιβολή του φεουδαρχικού συστήματος από την Βενετία έδωσε ιδιαίτερα κοινωνικά χαρακτηριστικά σε αυτόν τον αγώνα. Στην ουσία δηλαδή διαμόρφωσε έναν ταξικό αγώνα με εθνικά χαρακτηριστικά. Θα σας παρέπεμπα σε ένα εξαιρετικό μυθιστόρημα που περιγράφει αυτές τις συνθήκες, το «Ρεμπελιό των Ποπολάρων», του Διονυσίου Ρώμα.
Έτσι θα δημιουργηθεί ένα εξαιρετικά γόνιμο και πρωτοποριακό μείγμα, όπου από μέσα του θα ξεφυτρώσει ο πρώτος ριζοσπαστισμός και οι πρώιμες σοσιαλιστικές ιδέες. Η ριζοσπαστική τάση θα ενταθεί μετά τις επαναστάσεις του 1848 στην Ευρώπη, όπου οι Έλληνες, μέσω του κόμματος των ριζοσπαστών, θα συνδεθούν με το κίνημα της ιταλικής ενοποίησης του Μαντσίνι.
Στην ίδια την Κεφαλονιά θα πραγματοποιηθούν εξεγέρσεις όπως του Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου 1848) που κράτησε πάνω από δέκα ημέρες, σκοτώθηκαν δεκάδες επαναστάτες αλλά και τρεις Άγγλοι στρατιώτες. Αλλά και την επόμενη χρονιά θα εκδηλωθεί η εξέγερση της Σκάλας, που χαρακτηρίστηκε ως η Κομμούνα της Κεφαλονιάς που στρεφόταν κατά της Αγγλίας αλλά και κατά των αρχόντων.
Από αυτή τη ριζοσπαστική τάση, που επεδίωκε την ένταξη των Επτανήσων στο ελληνικό κράτος, που διεπόταν με αντιμοναρχικά αισθήματα και είχε στόχο την κοινωνική δικαιοσύνη θα ξεπηδήσουν οι πρώτοι Έλληνες σοσιαλιστές. Είναι κατανοητό, βεβαίως, ότι οι κινήσεις αυτές δεν έχουν σχέση με την εργατική τάξη και πολύ περισσότερο με το βιομηχανικό προλεταριάτο, που έτσι κι αλλιώς είναι σχεδόν ανύπαρκτο στην Ελλάδα.
Αξίζει να αναφέρουμε μερικά λόγια γι’ αυτούς τους πρωτοπόρους, ώστε να αντιληφθούμε βαθύτερα τις ρίζες της ελληνικής αριστεράς, για την οποία συνήθως, και λανθασμένα, ξεκινούμε την εξιστόρησή τους πολύ αργότερα.

Ο πρώτος απ’ αυτούς είναι ο Παναγιώτης Πανάς. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας, που ανέδειξε μεγάλους αγωνιστές του 1821. Λογοτέχνης, ποιητής και μεταφραστής, για τις ιδέες του φυλακίστηκε από τους Άγγλους και εξορίστηκε στη Ρουμανία. Αργότερα, θα απελαθεί και από την Ελλάδα λόγω της αντίθεσής του προς τον βασιλιά Όθωνα. Ο Πανάς θα είναι ο πρώτος που θα περάσει από τον ριζοσπαστισμό στον ρομαντικό σοσιαλισμό και θα επιχειρήσει να δώσει ένα κοινωνικό περιεχόμενο στην Μεγάλη Ιδέα. Ίδρυσε τη «Δημοκρατική Ανατολική Ομοσπονδία» που στόχευε στο συνασπισμό των βαλκανικών λαών, με σκοπό την απελευθέρωση από τον ζυγό των Οθωμανών και των αρχουσών τάξεων καθώς και στην κατάργηση του θεσμού της βασιλείας. Στην ίδρυσή της συμμετείχαν πολλοί Ευρωπαίοι ενώ οι στόχοι της εταιρείας έφθαναν μέχρι έφθαναν μέχρι τη δημιουργία μιας δημοκρατικής ομοσπονδιακής Ευρώπης. Θα ιδρύσει επίσης την πρώτη σοσιαλιστική εφημερίδα «Εργάτης» της Κεφαλονιάς. Θα αυτοκτονήσει το 1896 στην Αθήνα.

Μια άλλη σπουδαία μορφή των πρώιμων σοσιαλιστών, ο οποίος συνεργάστηκε με τον Πανά, ήταν ο καταγόμενος από την Πάτρα, γιός του Αγγελή Ρηγόπουλου, αγωνιστή της επανάστασης του 1821, Ανδρέας Ρηγόπουλος. Υπήρξε σπουδαίος διανοούμενος, δικηγόρος, ρήτορας. Αντιμοναρχικός, βουλευτής με το ρωσικό κόμμα ή ανεξάρτητος. Υπερασπιζόταν την Μεγάλη Ιδέα, το όραμα της εθνικής ολοκλήρωσης, παράλληλα με αυτό της δημιουργίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης και της κοινωνικής ισότητας. Διατηρούσε επαφές με σπουδαίους ανθρώπους της εποχής του όπως ο Ουγκώ, ο Μαρξ, ο Μαντσίνι, ο Τζουζέπε Γαριβάλντι. Φορούσε σε όλη του τη ζωή φουστανέλα, ακόμα και όταν ταξίδεψε στις ΗΠΑ για να διαδώσει τα δίκαια της Ελλάδας. Θα αυτοκτονήσει το 1889 πέφτοντας από το πλοίο. Ένα ωραίο βιβλίο που περιγράφει τη ζωή του είναι της Ρέας Γαλανάκη το «Θα υπογράφω Λουί».

Ο Ρόκκος Χοϊδάς από την Κεφαλονιά, διακεκριμένος δικαστικός θεωρείται η πλέον μαχητική περίπτωση σοσιαλιστή βουλευτή για την Ελλάδα του 19ου αιώνα. Διακρίθηκε για τη ρητορική του δεινότητα, αλλά επειδή αρνήθηκε να δώσει τον βουλευτικό όρκο στο όνομα του βασιλιά απαγορεύτηκε η καταχώριση των αγορεύσεών του στα πρακτικά της Βουλής. Όταν δίνεται ο λόγος στον Χοϊδά, στα πρακτικά αναφέρεται η φράση: «όρα παράρτημα» αλλά στο παράρτημα δεν υπάρχει δεν υπάρχει λέξη.
Στήριξε τον «Αναρχικό Σύλλογο των Πατρών» και τον «Σοσιαλισμό Σύνδεσμο» του Σταύρου Καλλέργη, για τον οποίο θα μιλήσουμε στη συνέχεια. ‘Ένα άρθρο του θεωρήθηκε υβριστικό για το βασιλιά Γεώργιο τον Α΄ και τον διάδοχο Κωνσταντίνο, με αποτέλεσμα να οδηγηθεί σε δίκη και να καταδικαστεί σε τρίχρονη φυλάκιση, στη διάρκεια της οποία πέθανε στις φυλακές της Χαλκίδας.

Ο Πλάτων Δρακούλης, γεννημένος στην Ιθάκη, ήταν ο πρώτος Έλληνας, που επιχείρησε να παρουσιάσει με τρόπο συστηματικό τον σοσιαλισμό στην Ελλάδα. Από το 1885 μέχρι και το 1912, που εμφανίστηκαν στο προσκήνιο οι νεώτεροι σοσιαλιστές, ο Δρακούλης υπήρξε η κυρίαρχη μορφή στο ελληνικό σοσιαλιστικό κίνημα. Δίδαξε ως καθηγητής στην έδρα της νεοελληνικής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, απ’ όπου παραιτήθηκε όταν αρνήθηκε να διδαξει ελληνικά με ερασμιακή προσφορά.
Το 1885 ο Δρακούλης εξέδωσε το περιοδικό «Άρδην» που έφερε το χαρακτηριστικό υπότιτλο «Μηνιαίον Φύλλον των Συμφερόντων του Ανθρώπου». Το «Άρδην» υπήρξε σταθμός για τη διάδοση των σοσιαλιστικών ιδεών στην Ελλάδα, ενώ σε μια πρωτοποριακή για την εποχή της πρωτοβουλία, προσέφερε στους νέους συνδρομητές του ένα αντίτυπο του βιβλίου του αναρχικού πρίγκιπα Π. Κροπότκιν «Έκκλησις προς τους νέους». Ο ίδιος ο Δρακούλης έγραψε το βιβλίο «Τι είναι ο Κοινωνισμός», κάνοντας κάποια συνεκτική παρουσίαση των σοσιαλιστικών ιδεών. Από το 1908 έως το 1914 μέσα από το περιοδικό «Έρευνα» εξέθεσε μια ιδιότυπη θεωρία που συνδύαζε τον σοσιαλισμό με τη θεοσοφία και την εσωτερική φιλοσοφία, ενώ το 1909 ίδρυσε τον «Σύνδεσμο των Εργατικών Τάξεων» (ΣΤΕΤ). Το 1910 εκλέγεται βουλευτής και στηρίζει την κυβέρνηση Βενιζέλου ενώ θα συνταχθεί και με την πολιτική του αρχηγού των φιλελευθέρων υπέρ της συμμετοχής της Ελλάδας στον α’ παγκόσμιο πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Οι ιδέες του Δρακουλη προσέβλεπαν σε μια ειρηνική δημοκρατική μετάλλαξη της κοινωνίας.

Ο Σταύρος Καλλέργης από την Κρήτη ήταν μια ακόμη μορφή των πρώτων βημάτων του σοσιαλισμού στην Ελλάδα. Ο πατέρας του Γεώργιος είχε πάρει μέρος στην Εξέγερση της Κρήτης του 1866 και είχε πολεμήσει στο Αρκάδι. Ο Σταύρος διάβαζε Κροπότκιν, Προυντόν, Μπακούνιν και συμμετείχε στην έκδοση του Άρδην. Το 1890 προχώρησε στην ίδρυση της σοσιαλιστικής οργάνωσης που την ονόμασε «Κεντρικό Σοσιαλιστικό Σύλλογο». Τα περισσότερα στελέχη του Συλλόγου ήσαν εμποροϋπάλληλοι, δημοσιογράφοι και τυπογράφοι που με τις κινητοποιήσεις τους ζητούσαν την καθιέρωση της αργίας της Κυριακής. Παράλληλα, υποστήριξαν τις απεργιακές κινητοποιήσεις στο Λαύριο με αίτημα την καθιέρωση του 8ωρου. Την ίδια χρονιά εξέδωσε εφημερίδα με τον τίτλο «Σοσιαλιστής», την πρώτη σοσιαλιστική εφημερίδα-όργανο στην Ελλάδα. Στην πρώτη σελίδα οι θεμελιώδεις αρχές του Σοσιαλισμού οριζόταν ως εξής : «Πολιτικώς- Ελευθερία, Οικονομικώς-Ισότης, Θρησκευτικώς-Ανεξαρτησία». Επίσης διοργάνωσε τους πρώτους εορτασμούς της πρωτομαγιά, όπου το 1894 συγκεντρώθηκαν χίλια περίπου άτομα. Ο Καλλέργης υποστήριζε ότι η κατάληψη της εξουσίας και η πορεία προς το σοσιαλισμό θα γινόταν δια των εκλογών. Αξίζει να αναφέρουμε ότι ο Σταύρος Καλλέργης το 1896 μετέβη στην Κρήτη για να συμμετάσχει στην κρητική εξέγερση κατά της οθωμανικής κατοχής Τα επόμενα χρόνια, χωρίς να εγκαταλείψει τις σοσιαλιστικές του ιδέες, έδωσε τις δυνάμεις του για την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.

Τελευταίος μεγάλος αυτής της γενιάς, αλλά ίσως και πιο γνωστός, ήταν ο Μαρίνος Αντύπας. Κι αυτός από την Κεφαλονιά, θα επηρεαστεί από τη ριζοσπαστική παράδοση του τόπου του κι θα μυηθεί στην Αθήνα στο σοσιαλισμό. Μέλος του «Κεντρικού Σοσιαλισμού Συλλόγου», πολεμά στην Κρητική επανάσταση του 1896, ως εθελοντής, όπου και τραυματίζεται. Επιστρέφει, αγωνίζεται κατά της βασιλείας και φυλακίζεται. Αργότερα ιδρύει στην πατρίδα του Λαϊκό Αναγνωστήριο με το  όνομα «Ισότης». Το 1906 φθάνει στη Θεσσαλία και αναλαμβάνει επιστάτης των κτημάτων του θείου του. Εφαρμόζει προοδευτικά μέτρα, όπως η αργία της Κυριακής, η αμοιβή των κολίγων με το 75% της παραγωγής αντί του 25%, η παραγραφή των χρεών τους. Η δράση του τελικά προκαλεί την αντίδραση των τσιφλικάδων που το 1907 τον δολοφονούν.

Κάπου εδώ περνάμε στη δεύτερη υποπερίοδο των απαρχών του σοσιαλιστικού κινήματος.
Σ’ αυτήν την φάση οι σοσιαλιστικές ιδέες παίρνουν πιο συγκροτημένη μορφή και έχουμε τα πρώτα σοβαρά μαρξιστικά πονήματα, ενώ μεγάλο ρόλο θα παίξει η συνάντηση του κινήματος του δημοτικισμού με τις αριστερές και μαρξιστικές ιδέες. Έχει σημασία το ενισχύονται οι επιρροές της αριστεράς από περιοχές εκτός Ελλάδος, όπου όμως ο ελληνισμός είναι έντονος και κυρίως από την Οθωμανική αυτοκρατορία. Το αύριο της αυτοκρατορίας και η θέση του ελληνισμού θα επηρεάσουν καταλυτικά όλους τους διανοούμενους της περιόδου. Η δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα θα είναι πλήρης γεγονότων που θα έχουν τεράστια επίδραση στην ανάπτυξη των σοσιαλιστικών ιδεών στην Ελλάδα: Βαλκανικοί πόλεμοι, πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, Ρωσική επανάσταση, Εθνικός Διχασμός, Ουκρανική εκστρατεία, Μικρασιατική εκστρατεία.  

Ανάμεσα στους σοσιαλιστές αυτής της περιόδου ξεχωρίζει η περίπτωση του Νίκου Γιαννιού. Ο Γιαννιός φοίτησε στη «Μεγάλη του Γένους Σχολή», και κατόπιν στο Παρίσι, όπου ήλθε σε επαφή με τις σοσιαλιστικές ιδέες. Γραμματέας του Ψυχάρη και ο ίδιος ενεργός δημοτικιστής εγκαταστάθηκε το 1908 στην Κωνσταντινούπολη, όπου εξέδιδε την εφημερίδα «Λαός» μαζί με τον Ίωνα Δραγούμη, ως όργανο του αδελφάτου της εθνικής γλώσσας και συνέβαλε στη δημιουργία του «Σοσιαλιστικού Κέντρου της Τουρκίας», και τη τετράγλωσση εφημερίδα «Εργάτης». Μετά την απέλασή του από την Τουρκία ιδρύει το «Σοσιαλιστικό Κέντρο Αθηνών» και εκδίδει το «αντιπολεμικό μανιφέστο» το 1912.  Στον α΄ παγκόσμιο πόλεμο τάχθηκε υπέρ της εξόδου στο πλευρό της Αντάντ και ήλθε σε σύγκρουση με τη Φεντερασιόν της Θεσσαλονίκης. Θα συμμετάσχει στην κυβέρνηση Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη, και θα γίνει ο αρχισυντάκτης του «Ριζοσπάστη» την περίοδο 1917-18, εφημερίδα που θα εκδοθεί με χρηματοδότηση του Βενιζέλου. Ο Γιαννιός ιδρύει το «Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδος», ενώ στο πρώτο συνέδριο του ΣΕΚΕ –μετέπειτα ΚΚΕ- το Νοέμβριο του 1918, αποχώρησε καταγγέλλοντας την πλειοψηφία για εβραϊκό σοσιαλισμό.
Τα σοσιαλιστικά στοιχεία της προηγούμενης περιόδου, τελικώς, θα απορροφηθούν από την αριστερά του βενιζελισμού. Ο ιδέες τους ήταν όπως είδαμε ένα μείγμα μαρξιστικών, φιλελεύθερων ακόμη και χριστιανικών επιρροών. Όπως έγραψε ο Αβραάμ Μπεναρόγια, ο ιδρυτής της Φεντερασιόν, όταν ήλθε στην Αθήνα εξεπλάγην που στο Εργατικό Κέντρο είδε αντί τον Μαρξ να είναι κρεμασμένη η εικόνα του Χριστού, κάτι που συνέβαινε και στον «Σύνδεσμο Εργατικών Τάξεων» του Δρακούλη.

Την ίδια περίοδο, στον χώρο των μαρξιστικών ιδεών σημαντική θα είναι παρουσία του Γεωργίου Κωνσταντινίδη, που πήρε το προσωνύμιο Σκληρός κατά την επανάσταση του 1905 στη Ρωσία. Υπήρξε ο πιο επιφανής θεωρητικός του μαρξισμού και δημιούργησε τον λεγόμενο «κύκλο της Ιένας», που συμμετείχαν διανοούμενοι όπως ο Γληνός, ο Τριανταφυλλόπουλος, ο Φώτος Πολίτης, ο Κώστας Χατζόπουλος. Ο Σκληρός καταγόταν από τη Τραπεζούντα του Πόντου, από πολύ πλούσιο πατέρα, που ήταν φίλος του Αρχιεπισκόπου Τραπεζούντος Χρύσανθου. Με τις σοσιαλιστικές ιδέες ήλθε σε επαφή όταν σπούδαζε γιατρός στη Μόσχα το 1901, όπου συνδέθηκε και με την μεγάλη προσωπικότητα του σοσιαλιστικού κινήματος Γκεόργκι Πλεχάνωφ. Το 1907 έγραψε το έργο «Το Κοινωνικόν μας Ζήτημα», που συνιστά τη πρώτη συστηματική προσπάθεια εφαρμογής του μαρξιστικού αναλυτικού σχήματος στην ελληνική κοινωνική ιστορία, με τη χρήση της θεωρίας του ιστορικού υλισμού. Ο Σκληρός υποστήριζε ότι για να βγει η ελληνική κοινωνία από τη στασιμότητα πρέπει οι κοινωνικές τάξεις να ξεκινήσουν πόλεμο μεταξύ τους επί τη βάσει των οικονομικών τους συμφερόντων. Έτσι όλοι οι παράγοντες της κοινωνικής ζωής θα αναπτύξουν όλη τους την ενέργεια και το αποτέλεσμα θα είναι η πρόοδος. Την πρωτοβουλία του ταξικού αγώνα την προόριζε στα ευγενέστερα παιδιά της μπουρζουαζίας, ώστε να αφυπνιστεί η εργατική τάξη.
Θεωρούσε ότι προς το συμφέρον του εργατικού κινήματος ήταν η επιτυχία των αστικών δυνάμεων ενάντια στις οπισθοδρομικές και φεουδαρχικές δυνάμεις. Και γι’ αυτό καλούσε σε συστράτευση με το κόμμα των Φιλελευθέρων. Θεωρούσε ότι μια βαλκανική συμμαχία ήταν απαραίτητη, έστω και με τη θυσία της Μακεδονίας, με σκοπό την αντιμετώπιση του αναδυόμενου τουρκικού σωβινισμού.

Η οργάνωση που θα βάλει καθοριστική τη σφραγίδα της στη δημιουργία του κομμουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα θα είναι η Φεντερασιόν.
Ιδρυτής ήταν ο Αβραάμ Μπεναρόγια, που είχε μεγαλώσει στη Βουλγαρία, δίδαξε σε εβραϊκό σχολείο και ήταν συγγραφέας μιας μπροσούρας με τον τίτλο «Το εβραϊκό ζήτημα και η σοσιαλδημοκρατία». Μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων το 1908 έρχεται στη Θεσσαλονίκη. Ιδρύει την «Ισραηλιτική Λέσχη», που το επόμενο χρόνο την ονομάζει «Σοσιαλιστική Εργατική Ομοσπονδία» («Φεντερασιό Σοσιαλιστα Λαμποραντέρα»). Η Θεσσαλονίκη πριν την απελευθέρωση και την ενσωμάτωσή της στο ελλαδικό κράτος το 1912 ήταν μια πολυεθνική πόλη όπου κατοικούσαν 20 χιλ. μουσουλμάνοι, 60 χιλ. Σεφαρδίτες Εβραίοι. 20 χιλ. ντονμέδες (εξισλαμισμένοι Εβραίοι) 40 χιλ. Έλληνες, 5 χιλ. Σλάβοι. Ταυτόχρονα είχε 25 χιλ. εργάτες από τους οποίους 10 χιλ. στη βιομηχανία – ενώ στο σύνολο είναι των εργατών οι Εβραίοι ήταν πλειοψηφία. Να σημειωθεί ότι αυτά τα ποσοστά δεν ίσχυαν για τα περίχωρα της πόλης και εν γένει την επαρχία, όπου ο ελληνικός πληθυσμός πλειοψηφούσε, ενώ ο εβραϊκός, ιδιαίτερα στα χωριά, ήταν μηδενικός. Ως εκ τούτου είχε αναπτυχθεί ένα ισχυρό εργατικό κίνημα, με δυνατές επιρροές από την Κεντρική Ευρώπη, όπως και από τα εβραϊκά κινήματα, απελευθέρωση. Το εβραϊκό στοιχείο Της Θεσσαλονίκης ήταν σαφώς ενάντια στην ενσωμάτωση της Μακεδονίας στην Ελλάδα, καθώς οραματιζόταν την μετατροπή της Οθωμανικής αυτοκρατορίας σε σοσιαλιστική ομοσπονδία. Θα πρέπει να επισημάνουν ότι ένα άλλο σημαντικό τμήμα του εβραϊσμού στην Οθωμανική αυτοκρατορία είχε ενταχθεί στο σοσιαλιστικό σιωνισμό, και το οποίο προσέβλεπε στη δημιουργία ενός σοσιαλιστικού Ισραήλ. Κορυφαία προσωπικότητα ανάμεσά τους ήταν ο Μπεν Τσβι, μετέπειτα πρόεδρος του Ισραήλ, ηγέτης της οργάνωσης Ποάλε Τσιόν.
Το 1915, κι αφού η Μακεδονία θα είναι πλέον τμήμα του ελληνικού κράτους, η Ά πανελλήνια συνδιάσκεψη των σοσιαλιστικών οργανώσεων αποφάσισε τη συνεργασία των σοσιαλιστών με το Κόμμα των Εθνικοφρόνων του Γούναρη στη βάση της κοινής τους αντίθεσης με τη συμμετοχή της Ελλάδας, στον α΄ παγκόσμιο πόλεμο. Μάλιστα με τους συνδυασμούς της αντιβενιζελικής δεξιάς εκλέχθηκαν βουλευτές Θεσσαλονίκης οι σοσιαλιστές Α. Σίδερης και Α. Κουριέλ- μετέπειτα ηγέτης του αιγυπτιακού ΚΚ.

Περνώντας τώρα στη δεύτερη περίοδο πρέπει να θυμίσουμε ότι ήδη το 1917, πραγματοποιείται στη Ρωσία η Οκτωβριανή επανάσταση και οι μπολσεβίκοι παίρνουν την εξουσία. Το γεγονός αυτό θα είναι καταλυτικό και για το ελληνικό αριστερό κίνημα. Πλέον οτιδήποτε συμβαίνει στην ελληνική αριστερά και ό,τι εμφανίζεται στις αριστερές ιδέες θα έχει σχέση με τη Σοβιετική Ένωση και το Κομμουνιστικό Κόμμα της.
Σ’ αυτήν την ατμόσφαιρα ιδρύεται, στις 10 Νοεμβρίου 1918, στον Πειραιά το Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα Ελλάδος (ΣΕΚΕ). Το συνέδριο χαιρέτισε την επανάσταση στη Ρωσία και ψήφισε την κατάληψη της πολιτικής εξουσίας με επανάσταση. Γρήγορα τα πρώτα μέλη του ΣΕΚΕ θα παραγκωνισθούν, καθώς τα ηνία θα τα πάρουν τα μέλη του κόμματος που θα γυρίσουν από το μικρασιατικό μέτωπο.
Είναι σημαντικό ότι το ΣΕΚΕ κατήγγειλε την εκστρατεία ως ιμπεριαλιστικό και τυχοδιωκτικό πόλεμο και υπερασπίστηκε τον «εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα» του τουρκικού λαού. Τα μέλη του μάλιστα οργάνωσαν μηχανισμούς υπονόμευσης του μετώπου με προκηρύξεις και δολιοφθορές. Κορυφαίο ρόλο σε αυτό είχαν ο Παντελής Πουλιόπουλος, μετέπειτα γραμματέας του κόμματος, και ο Άγις Στίνας ή Πρίφτης, που αμφότεροι αργότερα θα γίνουν τροτσκιστές. Το ΚΚΕ θα διατηρήσει τη θέση αυτή ακόμη και το 1935, όταν ο Ριζοσπάστης έγραφε «εμείς δεν λυπηθήκαμε για την αστικοτσιφλικάδικη ήττα στη Μικρασία ΜΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΙΔΙΩΞΑΜΕ».
Αρχικώς, στην θέση αυτή των Ελλήνων κομμουνιστών έπαιξε ρόλο η ανάγκη προστασίας της Σοβιετικής Ένωσης, η οποία γι’ αυτό το λόγο βοήθησε και τον Κεμάλ Ατατούρκ, ώστε να δημιουργηθεί μια ζώνη ασφαλείας στην Υπερκαυκασία, στην Ανατολία και στα στενά. Το γεγονός αυτό, όπως και οι θέσεις του για το Μακεδονικό που θα δούμε στη συνέχεια, δείχνουν την ετερόφωτη δράση του κομουνιστικού κινήματος στην Ελλάδα, όπου οι αποφάσεις για δεκαετίες θα έχουν ως στόχο την εξυπηρέτηση των επιδιώξεων της Μόσχας. Να επισημάνουμε ότι τα στελέχη του Κομουνιστικού Κόμματος θα σπουδάζουν πλέον στην Μόσχα, στην περιβόητη σχολή ΚΟΥΤΒ –«Κομμουνιστικό Πανεπιστήμιο των Εργαζομένων της Ανατολής», από όπου θα επιστρέφουν μυστικά στην Ελλάδα για να ενταχθούν στην πολιτική δράση.
Καθοριστική εξέλιξη για την πορεία του ΚΚΕ μετά το 1922 συνιστούν οι επιπτώσεις της μικρασιατικής καταστροφής. Τόσο το αίσθημα της ήττας, που κλόνισε τις βεβαιότητες που κυριαρχούσαν ως τότε στον ελληνικό κόσμο όσο και η έλευση ενάμιση εκατομμυρίου προσφύγων. Ιδιαίτερα για τους τελευταίου οι τραγικές συνθήκες της ζωής τους, δημιούργησαν ένα ευνοϊκό έδαφος για την ανάπτυξη των κομμουνιστικών ιδεών.
Επιπλέον, στις επόμενες δεκαετίες θα πραγματοποιηθεί σημαντική ανάπτυξη της βιομηχανίας με συνεπακόλουθο τη διεύρυνση της εργατικής τάξης, και τη δημιουργία εργατουπόλεων-προσφυγουπόλεων, με πληθυσμό που θα διέπεται από κοινά ταξικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Όλα τα παραπάνω στοιχεία θα ολοκληρώσουν την μετάλλαξη του σοσιαλιστικού κινήματος στην Ελλάδα, το οποίο θα έχει πλέον ελάχιστα κοινά με αυτά της πρώτης περιόδου.
Την εποχή αυτή θα διακριθεί μια σημαντική μορφή των γραμμάτων που θα επηρεάσει την αριστερή σκέψη για πολλές δεκαετίες, ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος. Το 1921 θα εκδώσει το έργο του «Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως του 1821». Σ’ αυτό το βιβλίο υποστηρίζει ότι ο ιστορικός βίος της αρχαίας Ελλάδας τερματίστηκε το 147 με την καταστροφή της Κορίνθου από τους Ρωμαίους και αυτό που λέμε έθνος δεν θα υπάρχει για τα επόμενα, χιλιάδες, χρόνια, καθώς το έθνος ταυτίζεται με το κράτος.
Στο 3ο Συνέδριό του το ΣΕΚΕ θα μετονομαστεί σε ΚΚΕ, υπό την άμεση καθοδήγηση της Τρίτης Διεθνούς –Κομιντέρν. Στο συνέδριο αυτό υιοθετήθηκε και η θέση για «ανεξάρτητη Μακεδονία Θράκη». Μια θέση που θα συνάδει με τις επεκτατικές διαθέσεις της Βουλγαρίας και της Ρωσίας, ως συνέχεια των πανσλαβιστικών ιδεών. Μάλιστα, το κόμμα θα εναντιωθεί και στην αποικιστική, όπως την ονόμαζε, πολιτική της ελληνικής μπουρζουαζίας που εγκαθιστούσε πρόσφυγες στη Βόρεια Ελλάδα.
Η θέση αυτή του ΚΚΕ θα προκαλέσει πολλές αντιδράσεις τόσο στο εσωτερικό του, που θα οδηγήσουν σε διαγραφές στελεχών του, όσο και εκ μέρους του κράτους. Τα μέλη του κόμματος θα κατηγορηθούν επί εσχάτη προδοσία. Μετά τις εκλογές του 1928, όπου το ΚΚΕ καταποντίζεται παίρνοντας μόνον 1%, ο Βενιζέλος θα περάσει τον «νόμο 4229», το περίφημο «Ιδιώνυμο», εναντίον όποιων επιδιώκουν την βίαιη ανατροπή του καθεστώτος ή την απόσπαση εθνικών εδαφών. Βάσει του νόμου απολύονται από την εκπαίδευση κομουνιστές δάσκαλοι και καθηγητές. Ο Βενιζέλος έκρινε ότι πίσω από την πολιτική των Ελλήνων κομουνιστών βρίσκονται τα συμφέροντα της Μόσχας, και ως εκ τούτου ο κίνδυνος για την Ελλάδα ήταν άμεσος.
Την ίδια εποχή στο Κομμουνιστικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης γίνεται ένας θανάσιμος αγώνας μεταξύ του Στάλιν και του Τρότσκι. Ο μεν ένας υποστηρίζει τον σοσιαλισμό σε μια χώρα. Ο άλλος τη διαρκή επανάσταση Ο Στάλιν επικρατεί και επιβάλει τη μονολιθική δομή απόλυτα ελεγχόμενη από την ηγεσία και το μοντέλο αυτό το εξάγει σε όλα τα ελεγχόμενα κόμματα του εξωτερικού. Ο Τρότσκι παραγκωνίζεται και εξορίζεται στην Πρίγκιπο του Βοσπόρου. Τα γεγονότα αυτά θα επηρεάσουν το κομουνιστικό κίνημα παγκοσμίως αλλά και στην Ελλάδα. Κατ΄ αρχάς αποχωρεί από το ΚΚΕ το εβραϊκό στοιχείο το οποίο θα προσχωρήσει στον τροτσκισμό.
Την ίδια περίοδο θα διαγραφούν τέσσερεις πρώην γενικοί γραμματείς:
Το 1927 διαγράφεται ο Γιάννης Κορδάτος και ο Αποστολίδης λόγω των θέσεών τους για το Μακεδονικό∙ ο Πουλιόπουλος για τη συνεργασία του με την αριστερή τροτσκιστική αντιπολίτευση∙ ο Σταυρίδης γιατί παρέστη στην πρωτοχρονιάτικη δοξολογία στην Καβάλα. Στο εσωτερικό του κόμματος για χρόνια θα διεξάγεται μια λυσσαλέα μάχη ομάδων και προσώπων, η οποία λύθηκε με τον γνωστό τρόπο: 35 ηγετικά στελέχη κλήθηκαν στη Μόσχα από τα οπoία επέστρεψαν δύο, και γραμματέας, το 1931, διορίζεται ο Ζαχαριάδης, ο οποίος παραμένει σε αυτή την θέση έως και το 1956.
Ποιος ήταν όμως ο Νίκος Ζαχαριάδης; Η καταγωγή του ήταν από την «παλαιά Ελλάδα», αλλά ο πατέρας του εργαζόταν στο γαλλικό μονοπώλιο καπνού στην Οθωμανική αυτοκρατορία και έτσι γεννήθηκε στην Αδριανούπολη. Μυήθηκε στον κομουνισμό από έναν Κύπριο διερμηνέα του βρετανικού στρατού, έγινε μέλος του ΚΚ Ρωσίας, και σπούδασε στο ΚΟΥΤΒ, ενώ έγινε μέλος και του ΚΚ Τουρκίας. Στην Ελλάδα συνελήφθη από την αστυνομία για τη δράση του για το Μακεδονικό, καταδικάστηκε σε 12ετή φυλάκιση. Από την φυλακή απέδρασε πέντε φορές, ξαναπήγε στη Μόσχα και, όπως είπαμε, όταν επέστρεψε έγινε γραμματέας του κόμματος με «κοοπτάτσια». Συνελήφθη αργότερα για τον φόνο ενός «αρχειομαρξιστή» και στη φυλακή συνέγραψε, μεταξύ άλλων, το βιβλίο «Ο αληθινός Παλαμάς». Η ελληνική κυβέρνηση το 1941 θα τον παραδώσει, όπως και τους άλλους πολιτικούς κρατούμενους, στους κατακτητές και ο Ζαχαριάδης θα περάσει τον πόλεμο στο στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου, απ’ όπου θα επιστρέψει,  το 1945.
Πριν προχωρήσουμε στην νέα περίοδο που ανοίγει συμβατικά το 1935, οφείλουμε να πούμε και δύο κουβέντες για το τροτσκιστικό κίνημα το οποίο έως τότε συναγωνιζόταν στα ίσα το σταλινικό. Ανάμεσα στις οργανώσεις, η σημαντικότερη ήταν το «Αρχείο Μαρξισμού», που πρώτος του ηγέτης ήταν ο Ιταλοεβραίος Φραγκίσκος Τζουλάτι, ενώ επόμενος και σπουδαιότερος ήταν ο Δημήτρης Γιωτόπουλος. Από τους κόλπους του τροτσκισμού θα βγουν σημαντικοί διανοούμενοι όπως ο Πουλιόπουλος, ο Σεραφείμ Μάξιμος, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Μιχάλης Ράπτης -Πάμπλο, ο Ανδρέας Παπανδρέου. Από τους τροτσκιστές προήλθαν και δύο σημαντικοί διανοούμενοι της άκρας δεξιάς: ο Θεοφύλακτος Παπακωνσταντίνου, υπουργός της επταετούς δικτατορίας, και ο Σάββας Κωνσταντόπουλος, εκδότης του «Ελεύθερου Κόσμου».

Όπως αναφέραμε, μέχρι και το 1935, η πολιτική του ΚΚΕ θα παραμείνει η ίδια. Σύμφωνα με τις αποφάσεις των Ολομελειών της ΚΕ: «η Ελλάδα είναι κράτος ιμπεριαλιστικό που κατέκτησε δια της βίας ολόκληρες περιφέρειες που κατοικούσαν άλλες εθνικότητες». Ίδια θα παραμείνει η θέση για την Μακεδονία, όπου υποστηρίζεται η δημιουργία μιας ανεξάρτητης Μακεδονίας, όπως φαίνεται και από τα πρωτοσέλιδα του Ριζοσπάστη ενώ «σε περίπτωση πολέμου καθήκον μας είναι η μετατροπή του από ιμπεριαλιστικό σε εμφύλιο».
Το 1935 θα σημειωθεί στροφή στην πολιτική της Μόσχας η οποία για να αντιμετωπίσει την γερμανική επιθετικότητα προωθεί την τακτική των «Λαϊκών Μετώπων». Τη συνεργασία δηλαδή των κομουνιστικών κομμάτων με σοσιαλιστικές και φιλελεύθερες δυνάμεις, με αναστολή του καθήκοντος της βίαιης ανατροπής των αστικών καθεστώτων.
Αυτό θα βρει αντανάκλαση στην πολιτική του ΚΚΕ που πλέον κάνει λόγο για «την αντικατάσταση του παλιού συνθήματος ενιαία και ανεξάρτητη Μακεδονία και Θράκη» καθώς αυτό το «επιβάλλει η ίδια η αλλαγή της εθνολογικής σύνθεσης στο ελληνικό κομμάτι της Μακεδονίας, με βασικό καθήκον της αντιφασιστική αντιπολεμική πάλη».
Η λαϊκομετωπική στροφή θα ενισχύσει το ΚΚΕ. Είναι χαρακτηριστικό ότι ενώ ο αριθμός των μελών του θα είναι 1.320 το 1920 και 1.500 το 1930 το 1934 θα φθάσει τα 6.000 και το 1936 τα 17.500. Τότε θα γίνει προσέγγιση με πολλούς βουλευτές των Φιλελευθέρων και με βενιζελικούς στρατιωτικούς, ενώ πολλοί θα είναι και οι διανοούμενοι που θα προσχωρήσουν στις γραμμές του.
Στις εκλογές του 1935 το ΚΚΕ θα πάρει 9,59% και το 1936 5,76% εκλέγοντας 15 βουλευτές. Υπογράφεται σύμφωνο μυστικό μεταξύ του κόμματος των Φιλελευθέρων και του ΚΚΕ, ώστε το τελευταίο να δώσει ψήφο ανοχής και σε αντάλλαγμα να καταργηθεί το «ιδιώνυμο» και να δοθεί αμνηστία στον Ζαχαριάδη. Η αποκάλυψη, όμως, της συμφωνίας θα προκαλέσει μεγάλες αντιδράσεις, και θα καταλήξει, μετά τον θάνατο του Δεμερτζή, στο να γίνει πρωθυπουργός ο Ιωάννης Μεταξάς. Την πρωτομαγιά αυτής της χρονιάς, του 1936, το ΚΚΕ θα διοργανώσει μεγάλες διαδηλώσεις και γενική απεργία στη Θεσσαλονίκη όπου θα υπάρξουν 12 νεκροί ενώ οι αρχές καταλύονται και η τάξη αποκαθίσταται μόνον με την επέμβαση του στρατού και του στόλου. Η κινητικότητα των κομουνιστών, σε ένα ρευστό διεθνές περιβάλλον, θα αποτελέσει τελικά την αφορμή για την επιβολή της δικτατορίας της 4ης Αυγούστου. Το ΚΚΕ θα περάσει στην παρανομία και θα υποστεί σοβαρό πλήγμα από την αστυνομία του υφυπουργού Δημόσιας Ασφάλειας, Κωνσταντίνου Μανιαδάκη.
Για το ΚΚΕ η μεγάλη στροφή προς την μαζικοποίησή του, που θα το οδηγήσει στα πρόθυρα της εξουσίας, θα ξεκινήσει αμέσως μετά την κήρυξη του πολέμου από τον ιταλικό φασισμό. Παρά το γεγονός ότι η Σοβιετική Ένωση είχε υπογράψει το σύμφωνο Ρίμπεντροπ –Μολότωφ, άρα η Μόσχα ήθελε την ελληνική ουδετερότητα έναντι του άξονος, ο Ζαχαριάδης στέλνει από την φυλακή επιστολή στις 30 Οκτωβρίου με την οποία τάσσεται ανεπιφύλακτα υπέρ του εθνικού αγώνα και στην υποστήριξη του Μεταξά.
Η περίοδος της κατοχής θα σημειωθεί η ραγδαία ενίσχυση των δυνάμεων του ΚΚΕ και η διάδοση των ιδεών της αριστεράς, μέσα από την εξάπλωση του «Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου» (ΕΑΜ). Οι κομουνιστές, έχοντας ελεύθερο έδαφος ελλείψει των αστών πολιτικών και των προπολεμικών αστικών κομμάτων, θα αναδειχθούν ως η βασική πολιτική δύναμη που εκτός από τον αγώνα για την απελευθέρωση θα προετοιμάζεται και για την επόμενη ημέρα.
Η Εαμική αριστερά μέσα στα μαύρα χρόνια της κατοχής θα εμφανιστεί ως συνέχεια του 1821, των παραδόσεων της κλεφτουριάς, του Μακρυγιάννη, του δημοτικού τραγουδιού και των αντιλήψεων του Παπαρρηγόπουλου. Αυτό θα του επιτρέψει να συγκεντρώσει γύρω του μεγάλα τμήματα του ελληνικού λαού, και πολλούς διανοούμενους.
Η «εθνική» στροφή της αριστεράς θα καταγραφεί σε κείμενα όπως «Στο τι είναι και τι θέλει το εθνικό απελευθερωτικό μέτωπο –ΕΑΜ», το Σεπτέμβριο του 1942, κείμενο γραμμένο από τον Γληνό και στο οποίο θα αναφέρεται ο πανεθνικός χαρακτήρας του ΕΑΜ, αλλά και η πρόθεση για την εγκαθίδρυση ενός λαοκρατικού πολιτεύματος.
Με ακόμη μεγαλύτερη έμφαση αποτυπώνεται, όμως, στον περίφημο λόγο του Άρη Βελουχιώτη στη Λαμία, στις 22 Οκτωβρίου 1944, στον οποίο λέει ο πρωτοκαπετάνιος του ΕΛΑΣ είπε:
 «Το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και τρέχει να βρει κέρδη σ' όποια χώρα υπάρχουνε τέτοια. Γι' αυτό δε νοιάζεται κι ούτε συγκινείται με την ύπαρξη των συνόρων και του κράτους. Ενώ εμείς, το μόνο πού διαθέτουμε, είναι οι καλύβες μας και τα πεζούλια μας. Αυτά αντίθετα από το κεφάλαιο που τρέχει, οπού βρει κέρδη, δε μπορούν να κινηθούν και παραμένουν μέσα στη χώρα που κατοικούμε. Ποιος, λοιπόν, μπορεί να ενδιαφερθεί καλύτερα για την πατρίδα του; Αυτοί που ξεπορτίζουν τα κεφάλαια τους από τη χώρα μας ή εμείς που παραμένουμε με τα πεζούλια μας εδώ;».
Όπως είπαμε, όμως, η στροφή αυτή δεν ήταν μονοδιάστατη, ούτε ανυστερόβουλη. Και επιπλέον, δεν θα έχει διάρκεια. Αλλά όλα αυτά είναι θέμα μιας άλλης συζήτησης, για την οποία όμως η γνώση της «προϊστορίας» της ελληνικής αριστεράς είναι απαραίτητη. Ίσως, μάλιστα, είναι ακόμη πιό απαραίτητη σήμερα ώστε να αντιληφθούμε βαθύτερα και πληρέστερα θέσεις, απόψεις και συμπεριφορές, που άλλες νοούνται ως αυτονόητες ενώ άλλες ως παράλογες.  

        




    















Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου