Τετάρτη 21 Μαΐου 2025

Ο “προφήτης” Ντοστογιέφσκι και η ευρωπαϊκή συνείδηση

Το έργο του Ντοστογιέφσκι δεν ήταν πάντοτε καθολικής αποδοχής. Υπήρξαν κι αυτοί που το κατέκριναν. Για έλλειψη καλλιτεχνικού ταλέντου, για εκδήλωση αρρωστημένου ψυχισμού, για ακραίο συντηρητισμό. Ανάμεσα στους συμπατριώτες επικριτές του, ο Γκόρκι, ο Ναμπόκωφ, που τον απαξιώνει στα “μαθήματα ρωσικής λογοτεχνίας”, και ο Μπούνιν, που θεωρεί την απουσία αναφοράς του φυσικού περιβάλλοντος ως συγγραφική αδυναμία.

Η φύση στην πλειονότητα των Ρώσων συγγραφέων -μεταξύ αυτών διακρίνονται οι Τουργκένιεφ, Τολστόι και ο Μπούνιν- αποτυπώνεται με εξαίσιες, ποιητικές περιγραφές. Ο άνθρωπος στα έργα τους είναι απόλυτα ενταγμένος στο τοπίο. Ίσως, δείγμα της ισχυρής επιβίωσης του προχριστιανικού παγανισμού στον ρωσικό ψυχισμό. Διαβάζοντας, για παράδειγμα, τη “Στέπα” του Τσέχωφ, που διαδραματίζεται στις περιοχές που μαίνεται τώρα ο πόλεμος, έχεις την αίσθηση ότι οσφραίνεσαι το χορτάρι, ζεσταίνεσαι από τις ακτίνες του σκυθικού ήλιου.

Κι όμως, στα έργα του Ντοστογιέφσκι η φύση είναι απούσα. Η δράση περιορίζεται στο αστικό περιβάλλον, πρωτίστως, στην πόλη του, την Αγία Πετρούπολη. Αλλά ακόμη και η δράση είναι μια έννοια σχετική. Γιατί απουσιάζουν τα μεγάλα γεγονότα. Συμβαίνουν μόνον δραματικές πράξεις, που συχνότερα τις πληροφορούμαστε από την αφήγηση τρίτων ή του συγγραφέα. Σε αντίθεση με τον δημιουργό του επικού “Πόλεμος και Ειρήνη”, εμπνευσμένου από την ομηρική Ιλιάδα.

Στον Ντοστογιέφσκι αυτό που κυριαρχεί είναι ο λόγος, ο διάλογος, ο μονόλογος. Οι χαρακτήρες του μιλούν διαρκώς. Μεταξύ τους, με τον εαυτόν τους, απευθείας στον αναγνώστη, μέσω αναμνήσεων, αυτοαναλύσεων, ενδοσκοπήσεων αλλά και παραληρημάτων. Μιλούν για τον Θεό και τον διάβολο, τον έρωτα και τον θάνατο, το πεπρωμένο και την ελευθερία, την επανάσταση και τη Ρωσία. Αυτή είναι η μέθοδός του για να περιπλανηθεί στα άδυτα του ανθρώπινου ψυχικού κόσμου. Να εξερευνήσει τους σκοτεινούς λαβυρίνθους του υποσυνειδήτου.

Να μεταφέρει στο φως τις σκληρές, αδυσώπητες αντιφάσεις της ανθρώπινης φύσης. Τον εσωτερικό αγώνα του καλού και του κακού, που βυσσοδομεί στην καρδιά του ανθρώπου. Επιχειρεί μια ριψοκίνδυνη καταβύθιση εκεί που λίγοι είχαν τολμήσει έως τότε. Και το κάνει εν πλήρει συνειδήσει. Γιατί εξ αρχής, από την νεότητά του, υιοθετεί το αξίωμα ότι “ο άνθρωπος είναι ένα μυστήριο”. Πιστεύει ακράδαντα ότι η ζωή που μας χαρίζεται είναι άνευ αξίας αν δεν επιχειρήσουμε να επιλύσουμε αυτό το μυστήριο.

Δεν ικανοποιείται, επομένως, με εκ προοιμίου θεωρητικές κατασκευές. Τέτοιες, που ήταν της μόδας στην εποχή του, υπό την επιρροή κυρίως του θετικισμού. Ασφυκτιούσε με το 1+1 = 2, που δεν λάμβανε υπόψη του την ελεύθερη βούληση του ανθρώπου. Αυτή που είναι ικανή να ανατρέψει ακόμη και όσα θεωρούνται ως απόλυτη βεβαιότητα, έστω και με τον κίνδυνο της αυτοκαταστροφής. Αυτή, που μόνη μπορεί να θρυμματίσει το “κρυστάλλινο παλάτι” της απατηλής υλικής αμεριμνησίας.

Αποδεχόταν, επίσης, ότι μόνη οδός επίτευξης του καλού ήταν αυτή της οδύνης, ως προϋπόθεση της υπέρβασης του εσωτερικού σχίσματος -ρασκόλ στα ρωσικά, εξ ου και ο Ρασκόλνικοφ στο “Έγκλημα και Τιμωρία”- και σίγουρα όχι βάσει μιας εν υπνώσει χλιαρής συνείδησης, που ακολουθεί υπάκουα εξωτερικούς κοινωνικούς ή θρησκευτικούς κανόνες.

Στο κέντρο του συνειδησιακού λαβυρίνθου

Οι ήρωές του βρίσκονται σχεδόν μονίμως σε έξαρση, σε πυρετικό οργασμό, ακόμη και σε παραλήρημα. Ενώ τα έργα του βρίθουν από δολοφόνους, αυτόχειρες, σωματικά και ψυχικά ασθενείς. Κάποιοι απέδωσαν αυτή τη ροπή του Ντοστογιέφσκι στον άρρωστο ψυχισμό του, τον επιβαρυμένο από τα πολλά δραματικά γεγονότα της ζωής του: την πρώιμη απώλεια της μητρός του και τη δολοφονία του πατρός του από τους δουλοπάροικούς του, λόγω της απρεπούς συμπεριφοράς του προς τις ανήλικες κόρες τους· την παρ’ ολίγον εκτέλεσή του για τη συμμετοχή στη σοσιαλιστική ομάδα του Πετρασέφσκι· τα τέσσερα σκληρά χρόνια στο σιβηριανό κάτεργο, με μόνη συντροφιά το Ευαγγέλιο κάτω από το μαξιλάρι του, ιερό δώρο των γενναίων γυναικών των Δεκεμβριστών· τις διαρκείς, ανυπέρβλητες οικονομικές στενοχώριες· το πάθος της χαρτοπαιξίας· την επιληψία, από την οποία υπέφερε από παιδί.

Αναμφίβολα όλ’ αυτά συνδιαμόρφωσαν τον άνθρωπο και τον συγγραφέα, συνέβαλαν στον τρόπο της θέασης του κόσμου και πυροδότησαν τα μεγάλα ερωτηματικά που έθιξε στο έργο του. Αλλά δεν μειώνουν σε τίποτα το μεγαλείο των συλλήψεών του. Ακόμη και με τον τρόπο του Τόμας Μαν, που τον κατέταξε, μαζί με τον Νίτσε, στις “άρρωστες μεγαλοφυίες”, σε αντιδιαστολή με τις “υγιείς”, όπως ο Τολστόι ή ο Γκαίτε.

Οι 'προφητικές' ικανότητες

Γιατί, τελικώς, η ακραία ψυχική κατάσταση των ηρώων του είναι αυτή που μας επιτρέπει εναργέστερα να διακρίνουμε τον πυρήνα της φύσης των ιδεών που ενσαρκώνουν. Αφενός, ξεδίπλωσε τον δικό του μίτο της Αριάδνης που από τον περίβολο της εξωτερικής ζωής τον οδήγησε στο κέντρο του συνειδησιακού λαβυρίνθου, και εκεί πλέον να βρεθεί αντιμέτωπος με τον Μινώταυρο των στοιχειακών δυνάμεων του κόσμου μας. Αφετέρου, εσκεμμένα τάνυζε, ως εκδηλωμένη προβολή, την ιδέα στο απώτατο όριό της.

Εξ αυτής της μεθόδου, άλλωστε, προέκυψαν οι αναμφίβολες προφητικές ιδιότητές του, όπως, για παράδειγμα, τις βλέπουμε να εκδηλώνονται στην κορύφωση της δημιουργίας του, στους αδερφούς Καραμάζωφ –ο διεφθαρμένος πατέρας-Ρωσία θα δολοφονηθεί, από τον νόθο γιό (οι παρίες της ρωσικής κοινωνίας), όργανο των ιδεολογικών κελευσμάτων του Ιβάν (άθεη ιντελιγκέντσια), προαναγγέλλοντας την επερχόμενη επανάσταση, σε ένα περιβάλλον που χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται. Παρεμπιπτόντως, σχεδίαζε να συνεχίσει το μυθιστόρημα με πρωταγωνιστή πλέον τον τρίτο γιό, τον Αλιόσα, ενσάρκωση της μεσσιανικής του ελπίδας για την πνευματική αναγέννηση της Ρωσίας, και τη δημιουργία μιας χριστιανικής κοινωνίας αγάπης, αλλά ο θάνατος τον πρόλαβε.

Για την προφητική του ικανότητα, ωστόσο, δεν θα έφθανε μόνον το αναμφίβολο διαισθητικό του χάρισμα, καθώς, όπως έγραψε ο πρίγκιπας Μίρσκι, στην “Ιστορία της Ρωσικής Λογοτεχνίας”, ο Ντοστογιέφσκι αισθανόταν τις ιδέες όπως οι άλλοι το κρύο ή τη ζέστη. Συνέβαλε επίσης η πνευματική του διαύγεια και το ψυχικό του σθένος, που τον μετέφερε στον μελλοντικό ιστορικό χρόνο. Και το πέτυχε με κοπιαστική, επίπονη προσπάθεια, με πυρετώδη συγγραφική διαδικασία που ομοιάζει σε αυτήν της ζωής των χαρακτήρων του.

Αν και η έμπνευση των έργων του πηγάζει από πραγματικά γεγονότα -τα οποία ο Ντοστογιέφσκι τα παρακολουθεί με μεγάλη συνέπεια- εντέλει οι ήρωές του εμφανίζονται εξαϋλωμένοι. Σε πλήρη αντίθεση με τον άλλον μεγάλο του χρυσού αιώνα της ρωσικής λογοτεχνίας, Τολστόι, που οι ήρωές του είναι από σάρκα και αίμα. Στον Ντοστογιέφσκι, είναι ιδέες με ανθρώπινη μορφή. Κι όμως, οι άνθρωποι-ιδέες έχουν υπόσταση διαχρονική, αρχετυπική.

Γιατί, όπως έγραψε ο Μπαχτίν στο εξαιρετικό του δοκίμιο “Προβλήματα στην ποιητική του Ντοστογιέφσκι”, αυτό που ξεχώριζε στον συγγραφέα ήταν ότι στους ήρωές του δεν αντανακλούσε τη δική του συνείδηση, αλλά αυτοί δρούσαν με τη δική τους αυθύπαρκτη συνείδηση. Και η φαντασία του Ντοστογιέφσκι συλλαμβάνει και δημιουργεί πολλούς ανθρωπότυπους που θα μείνουν στην αιωνιότητα, όπως ο τραγικά διχασμένος Ρασκόλνικοφ, ο πρίγκιπας Μίσκιν-Χριστός, που αποτυγχάνει να νικήσει τα πάθη των ανθρώπων, αλλά μας αφήνει παρακαταθήκη την πίστη ότι η, εσωτερική, ομορφιά θα σώσει τον κόσμο, ο αυτόχειρ, στο όνομα της κατάργησης της θεού και της θεοποίησης του ανθρώπου, Κιρίλωφ.

Η απαρχή του Υπαρξισμού

Στην πραγματικότητα, ο Ντοστογιέφσκι ήταν αυτός που διάνοιξε τον δρόμο στον υπαρξισμό, με την έκδοση του “Υπογείου”. Στις σελίδες του, ξεδιπλώνεται μια καθολική κριτική στον θετικισμό αλλά και στον υλιστικό σοσιαλισμό, που είχαν κληρονομήσει τις αρχές του διαφωτισμού και τις οδηγούσαν στον οπτιμιστικό χιλιασμό ενός αιώνια ευτυχισμένου βασιλείου, με τοτέμ την Επιστήμη. Ο Ντοστογιέφσκι αντιλαμβάνεται, όπως όλοι οι ρομαντικοί αντίπαλοι του ρασιοναλισμού, τον υφέρποντα αντιουμανιστικό ολοκληρωτισμό που διαχεόταν στον ευρωπαϊκό πολιτισμό. Γι’ αυτό, και ο ήρωάς του, από τη συνειδησιακή άβυσσο του υπογείου, λοιδωρεί την επικίνδυνη αφέλεια των υλιστικών θεωριών, υπονοώντας τη σκλαβιά που προοιωνίζεται. Και επάνω στα συντρίμμια των κυρίαρχων τότε ιδεών υψώνει το πυρφόρο λάβαρο της ανθρώπινης βουλήσεως.

Η κριτική του, η οποία θα αναπτυχθεί περαιτέρω στην περίφημη “πεντάτευχο” που θα ακολουθήσει –”Έγκλημα και Τιμωρία”, “Ηλίθιος”, “Δαιμονισμένοι”, “Έφηβος”, “Αδερφοί Καραμάζωφ”-, θα είναι ίσως δριμύτερη απ’ αυτήν των ρομαντικών δυτικών -Γερμανοί ρομαντικοί, Ουγκώ, Ντίκενς- που ήταν άλλωστε και μια από τις πηγές της έμπνευσής του. Πλέον, παρά τη συνεχιζόμενη παντοκρατορία του προοδευτισμού, με τις διάφορες εκφάνσεις του -στη τότε Ρωσία με τους μηδενιστές και τα παρακλάδια των επιγόνων τους-, τα θεμέλια του ρασιοναλιστικού οικοδομήματος είχαν κλονιστεί ανεπανόρθωτα. Άλλωστε, ακόμη και ο ίδιος ο Νίτσε, φαινομενικά αντίπαλο δέος του Ντοστογιέφσκι, ως “δολοφόνος” του θεού, αλλά κατ’ ουσίαν συνοδοιπόρος σε πολλά μονοπάτια της αναζήτησης της συνείδησης του σύγχρονου Ευρωπαίου, θα αναγνωρίσει την προσφορά του μεγάλου Ρώσου.

Η Ορθοδοξία ως πηγή έμπνευσης

Η άλλη πηγή της ντοστογιεφσκικής έμπνευσης ήταν αυτή της Ορθοδοξίας. Το στοιχείο αυτό διαφοροποιεί, εξάλλου τη ρωσική σκέψη του 19ου αιώνα, από τον δυτικό ρομαντισμό, στην κριτική της προς τα νεωτερικά ρεύματα που προκάλεσε η γαλλική επανάσταση. Ιδίως, η σλαβόφιλη τάση, που αντιμετώπισε επί δεκαετίες τους Ρώσους δυτικιστές σε έναν ανταγωνισμό προσανατολισμού και ταυτότητας της νέας Ρωσίας, μετά τους ναπολεόντειους πολέμους. Ο Ντοστογιέφσκι, εκ της νεότητάς του, μέχρι και την περίοδο των κάτεργων, οραματιζόταν έναν χριστιανικό σοσιαλισμό.

Γι’ αυτό κέντρο ήδη της πρώιμης εργογραφίας του αναδεικνύεται ” Ο μικρός άνθρωπος”. Εν συνεχεία, ερχόμενος σε επαφή με τους απόκληρους κατάδικους, αλλά στην ουσία με τον ρωσικό λαό, που βίωνε μια πραγματικότητα ασύμπτωτη με αυτήν της ιντελιγκέντσιας -διαφωτιστική αυτή η διαπίστωση στο “Αναμνήσεις από το σπίτι των πεθαμένων”-  πίστεψε ότι είδε την πραγματική Ορθοδοξία, και αναζήτησε έναν άλλο δικό του, εσωτερικό, δρόμο. Πυρήνας της σκέψης του έγινε η ανάγκη της αγάπης, της αλήθειας και της πανενότητας.

Πρόβαλε τη δική του πρόταση, που στο επίπεδο της ιδεολογίας πήρε την μορφή του Pochvennichestvo -της γενέθλιας γης ή ορθότερα της εδαφικότητας. Η Ορθοδοξία του ήταν οπωσδήποτε η ρωσική Ορθοδοξία, υπό την έννοια των πολιτισμικών ιδιοτήτων που τη συγκρότησαν. Ωστόσο, δεν ήταν ο τρόπος της επίσημης Εκκλησίας, που είχε περιέλθει σε παρακμή ήδη από την εποχή του Μ. Πέτρου, αλλά αυτός που έθρεψε ο μοναχισμός, όπως στην Μονή της Όπτινα. Εκεί που ζήτησε να βρει παρηγοριά για τον θάνατο του αγαπημένου του γιού Αλιόσα -εξ ου και ο ομώνυμος ήρωας, από εκεί και ο Στάρετς Ζωσιμάς. Κι αυτός ο μοναχισμός ήταν αδιάσπαστα συνδεδεμένος με την παράδοση του Αγίου Όρους και του Ησυχασμού.

''Βάπτισμα με τη φωτιά”

Ο Ντοστογιέφσκι επηρέασε καταλυτικά τα λογοτεχνικά, θεολογικά και φιλοσοφικά ρεύματα στη Ρωσία, στην Ευρώπη και σε όλον τον κόσμο. Απ’ αυτόν εμπνεύστηκαν διανοούμενοι όπως ο Μπερντιάεφ, αλλά και ολόκληρη η γενιά της “θρησκευτικο-φιλοσοφικής αναγέννησης”, στους οποίους συγκαταλέγονται οι Λόσσκι, Μπουλγκάκωφ, Σεστώφ, Φλορένσκι. Επίσης, μεγάλοι Ευρωπαίοι συγγραφείς, όπως ο Προυστ – τα θεμέλια του εσωτερικού μονολόγου τα βρίσκουμε στον Ντοστογιέφσκι, ο Καμύ -χωρίς το ντοστογιεφσκικό έργο δεν θα εμφανιζόταν ο “Επαναστημένος Άνθρωπος”, ο Σαρτρ, ο Ζυστ, ο Τόμας Μαν, ο Έσσε. Αλλά και στην Ελλάδα, λογοτέχνες όπως ο Τερζάκης, ο Αθανασιάδης, ο Καραγάτσης και γενικά όλη η λεγόμενη γενιά του ’30.

Είναι αυτονόητο, ως εκ τούτου, ότι ο Ντοστογιέφσκι, όπως άλλωστε και εν γένει η ρωσική λογοτεχνία και η ρωσική σκέψη, είναι αναπόσπαστο τμήμα της ευρωπαϊκής συνείδησης. Όχι σαν επουσιώδες παράρτημα, αλλά ως οργανικό συστατικό της. Κάθε απόπειρα να εξοβελιστούν οδηγεί μοιραία στον ευνουχισμό του ευρωπαϊκού πολιτισμού στο σύνολό του.

Η κληρονομιά, ωστόσο, του Ντοστογιέφσκι δεν εξαλείφεται με διοικητικά μέτρα, γιατί ήδη είναι κτήμα του Ευρωπαίου ανθρώπου. Παρά τις συγκυριακές ιστορικές περιπέτειες, η συνείδηση εν τέλει δεν οπισθοδρομεί, αλλά συνεχίζει τον μαρτυρικό της δρόμο προς στην νέα εποχή που ανατέλλει. Κι όπως καταλήγει στο περίφημο δοκίμιό του ο “μυστικός” Μερεζκόφσκι, για το βάπτισμα δεν φθάνει πιά το νερό, αλλά χρειάζεται η φωτιά. Και αυτός που το προαισθάνθηκε και το διακήρυξε ήταν ο “πρώτος Ευρωπαίος της εποχής μας -ο Ντοστογιέφσκι”.




Πέμπτη 15 Μαΐου 2025

Η επέλαση της Τουρκίας και τα υπαρξιακά διλήμματα του Ελληνισμού

Όταν στην Συρία εκδιώχθηκε ο Άσαντ και κατέλαβαν οι φιλότουρκοι τζιχαντιστές την εξουσία, χαρακτηρίσαμε το γεγονός ως τεράστια τουρκική επιτυχία. Ως ένα ακόμη αποφασιστικό βήμα στην διαμόρφωση μιας νεοοθωμανικής επικράτειας, που είναι ο μύχιος πόθος και το φλογερό όραμα του σουλτάνου της Άγκυρας. Ωστόσο, αρκετοί στην Ελλάδα είδαν στις εξελίξεις αυτές την είσοδο της Τουρκίας σε έναν θανατηφόρο βαλτότοπο, που την έφερνε σε μια διαρκή σύγκρουση με τον αραβικό κόσμο, τους Κούρδους και, πρωτίστως, το Ισραήλ. Κάποιοι μάλιστα προέβλεπαν μια ευθεία στρατιωτική αντιπαράθεση μεταξύ των δύο περιφερειακών υπερδυνάμεων της ανατολικής Μεσογείου. Αυτό που συνέβη, όμως, παρά τις σοβαρές τριβές, που έφθασαν στον βομβαρδισμό από την ισραηλινή αεροπορία βάσεων που η Τουρκία σκόπευε να χρησιμοποιήσει προς όφελός της στο συριακό έδαφος, αλλά και σε αερομαχίες ισραηλινών και τουρκικών αεροσκαφών, είναι μια παρασκηνιακή διαδικασία διαμερισμού της επιρροής στην νέα Συρία. Η κάθε πλευρά επιδιώκει τα μέγιστα κέρδη επί του συριακού «πτώματος», που κατά τα φαινόμενα θα αποτελείται από 3,5 συνιστώντα μέρη – το φιλοτουρκικό τζιχαντιστικό, με τις μεγαλύτερες πόλεις, το ισραηλινό και των συνεργατών τους Δρούζων, στον νότο, των Κούρδων και κάποιων φιλοδυτικών Αράβων στην ανατολή, και μια ντε φάκτο μερική αυτονομία των Αλαουιτών στα δυτικά. Η τελευταία, ως παραχώρηση στην ανάγκη διεθνούς αναγνώρισης του νέου καθεστώτος, που ενδύθηκε κοστούμι, έστω και αν το στενεύει. Σε κάθε περίπτωση, η συνάντηση Τραμπ - Αλ Σαράα, πρώην Τζολάνι, επισφραγίζει αυτήν την νέα πραγματικότητα. Επαναλαμβάνουμε ότι πρόκειται για έναν τουρκικό θρίαμβο.

Και δυστυχώς, δεν είναι ο μοναδικός, εσχάτως. Γιατί αν θέλουμε να δούμε, χωρίς ευσεβοποθισμούς, την αλήθεια κατάματα, η τακτική Ερντογάν αποδίδει άφθονους καρπούς. Το βλέπουμε χαρακτηριστικά στην περίπτωση του ρωσο-ουκρανικού πολέμου. Επί πάνω από 3 χρόνια παίζει το δικό του παιχνίδι, αδιαφορώντας για τις δυτικές πιέσεις και νουθεσίες. Συνεργάζεται στενά με την ουκρανική αμυντική βιομηχανία, στηρίζει ανοιχτά την ταταρική διεκδίκηση της Κριμαίας, αναφωνεί στο Κίεβο Слава Україні, και την ίδια ώρα ζητάει να εισέλθει στους BRICS, κρατάει τους S400, ολοκληρώνει τον πυρηνικό σταθμό στο Ακούγιου, μιλάει απευθείας με τον Πούτιν. Και σήμερα εμφανίζεται ως ο μέγας διαμεσολαβητής, που τον εμπιστεύονται όλοι, δυτικοί και ανατολικοί, εκθειάζοντας τις φιλειρηνικές του πρωτοβουλίες. 

Ειδικά οι χώρες της Ευρώπης, οι οποίες διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους για τις αρχές της δημοκρατίας και της ελευθερίας, για τις οποίες είναι έτοιμες να πάνε μέχρι και να κατεδαφίσουν το κοινωνικό κράτος για να χρηματοδοτήσουν έναν τριακονταετή ή εκατονταετή πόλεμο στην Ουκρανία, πώς συμπεριφέρονται σε αυτόν το «πρότυπο» δημοκρατικής συνείδησης, που έχει βάλει πίσω από τα σίδερα της φυλακής τον βασικό του πολιτικό αντίπαλο -αλλά και τον αρχηγό του τρίτου κόμματος για να μην το ξεχνάμε; Κάτι ψέλλισαν για τα μάτια του κόσμου, και χωρίς αιδώ τον θερμοπαρακαλούν να λάβει μέρος στην μοιρασιά των 800 δισεκατομμυρίων του ReArm Europe, που θα κάνει υποτίθεται την Ευρώπη αστακό. Η δε «αγία τριάς» φον ντερ Λάιεν, Κάλλας και Κόστα, σχεδόν τον ικέτευσε να πάρει μέρος στο 35% των 150 δις, που θα προέλθουν από τα δάνεια του μέσου SAFE, και να προσπαθήσουν όλοι μαζί και για τα υπόλοιπα 75%. Όσο για τα δισεκατομμύρια των εθνικών προϋπολογισμών, ήδη η Ισπανία και η Ιταλία έχουν ανοίξει τον δρόμο, ενώ η τελευταία πούλησε και την Piaggio Aerospace στην τουρκική Baykar. Όλα αυτά είναι βεβαίως γνωστά, καθώς τα πληροφορούμαστε άναυδοι, κυριολεκτικώς, ακόμη και εκεί που πρέπει να πούμε και καμιά κουβέντα, ενώ μετά κάνουμε ότι τρέχουμε. Όπως, για παράδειγμα, πέραν της Ιταλίας, και με την Γερμανία ενός καγκελάριου, που αδημονεί να συνεργαστεί με την Άγκυρα και να αυξήσει μαζί της τις αμυντικές μπίζνες, προσδοκώντας να εισέλθει και αυτός στο παιχνίδι της Μέσης Ανατολής. Κάτι που, δυστυχώς, επιδιώκει και το Παρίσι, μέσω της τουρκικής πύλης. Τέτοια πολιτική συνέπεια, στην εποχή της αποθέωσης της πολιτικής υποκρισίας.

Αλλά, και στο εσωτερικό της Τουρκίας μας ήρθαν τα χαμπέρια από το PKK, το οποιο μετά από δεκαετίες καταθέτει τα όπλα. Μια κίνηση που έγινε προφανώς μετά από την σώφρονα παραίνεση τρίτων, στο πλαίσιο μιας συνολικής παρασκηνιακής διευθέτησης του μεσανατολικού χάρτη. 

Πώς να μην αισθάνεται ισχυρός λοιπόν ο Ερντογάν, όταν μάλιστα μπορεί πλέον να συζητά επί ώρα με τον πρόεδρο των ΗΠΑ, ο οποίος προφανώς εκτιμά τον «εκτός κανόνων» τρόπο άσκησης εξωτερικής πολιτικής, αλλά και τις κερδοφόρες μπίζνες του Τούρκου προέδρου; 

Παρεμπιπτόντως, και για να «δέσει το γλυκό», ήρθαν οι εκλογές στην Αλβανία, καίριο συστατικό της νεοοθωμανικής ολοκλήρωσης -άλλωστε το αλβανικό στοιχείο ήταν πρωταγωνιστικό και στην μακρά οθωμανική περίοδο- όπου ο εκλεκτός της Άγκυρας και φανατικός ανθέλληνας Ράμα νίκησε για μια ακόμη φορά πανηγυρικά. 

Όσο και αν είναι στενόχωρη, αυτή είναι η σκληρή πραγματικότητα. Εν πολλοίς προβλεπόμενη, αν και η ιστορία πάντα επιφυλάσσει εκπλήξεις, που έως τώρα δεν μας έκαναν την χάρη να εκδηλωθούν. Τα διλήμματα για τον ελληνισμό είναι πλέον κρίσιμα και άμεσα. Δεν προσπερνιούνται με πρόσκαιρες τακτικές. Ούτε βεβαίως με αυτήν την αμφίσημη και εν τέλει αλληλοακυρούμενη πολιτική απέναντι στην γείτονα. Αφενός, δηλαδή, να προβάλλουμε πομπωδώς εξοπλιστικά προγράμματα, και αφετέρου να είμαστε αγκιστρωμένοι στην «Διακήρυξη των Αθηνών», που πρόσφερε στην Τουρκία την έξωθεν καλή μαρτυρία απαλλάσσοντας τους δυτικούς συμμάχους μας και το τελευταίο πρόσχημα για να συνεργαστούν μαζί της. Ούτε βεβαίως με την επονείδιστη παραίτηση ακόμη και από αυτονόητα, σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, δικαιώματα, όπως είναι η πόντιση αυτού του έρμου ηλεκτρικού καλωδίου. 

Πρέπει να αποφασίσει επιτέλους το πολιτικό σύστημα αλλά και η ελληνική κοινωνία, υπάρχει ή όχι κίνδυνος εξ ανατολών. Και αν υπάρχει θέλει να τον αντιμετωπίσει ή θα δεχθεί το μοιραίο, έστω και με μιθριδατικές δόσεις. Με τη συγκυριαρχία στο Αιγαίο και στην Θράκη, με την «ειρηνική» εισβολή των τουρκικών επιχειρηματικών συμφερόντων, ειδικά στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, όπου πανηγυρίζουμε οι «συφοριασμένοι» για την τουρκική τουριστική πλημμυρίδα. 

Ούτε επιτρέπεται πιά να καλλιεργούνται ψευδαισθήσεις ότι απέναντι σε αυτόν τον θανάσιμο νεοοθωμανικό εναγκαλισμό, θα έχουμε την ανακουφιστική προστασία της ευρωπαϊκής οικογένειας -με την ιδέα που έχουμε δημιουργήσει στο φαντασιακό μας, μάλλον με τις προσλαμβάνουσες μιας παρελθούσης Ευρώπης. 

Και τέλος πάντων, δεν μπορεί να εξακολουθεί αυτός ο καταστροφικός, μυωπικός ετεροκαθορισμός της εξωτερικής μας πολιτικής. Να εμφανίζεται δηλαδή ότι δήθεν η Ελλάδα πρωτοστατεί με τη Πολωνία στην ενίσχυση της ευρωπαϊκής άμυνας, όταν οι Πολωνοί ενδιαφέρονται μόνον για τον ρωσικό κίνδυνο, και θέλουν διακαώς την Τουρκία εντός των ευρωπαϊκών διεργασιών. Ποιος κοροϊδεύει ποιόν; Αυτοχριστήκαμε ακρίτες της Ευρώπης, για να το πιστέψουμε οι ίδιοι, ενώ ούτε εμείς δεν κάνουμε κάτι για να επιτελέσουμε αυτόν τον ρόλο.  

Ασφαλώς, όλ’ αυτά είναι επώδυνα να γίνουν αποδεκτά, τόσο πολιτικά όσο και ψυχολογικά. Και δεν αλλάζουν εύκολα, γιατί εμπίπτουν στη «βουλησιαρχία», αλλά αντικειμενικών συνθηκών, έστω και αυτές δημιουργήθηκαν ως αποτέλεσμα της βούλησης. Γιατί, ας μην κρυβόμαστε πίσω από το δάκτυλό μας, η Ελλάδα είναι μια χώρα χρεωκοπημένη, χωρίς αποκατεστημένο ακόμη το κύρος της από την ντροπιαστική περιπέτεια της προηγούμενης δεκαετίας× χωρίς σοβαρή παραγωγική βάση, πλην της ναυτιλίας, που έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες× με δημογραφικούς δείκτες που καταρρέουν× με μια πολιτική, επιχειρηματική και «πνευματική» ελίτ βαθιά εξαρτημένη ιδεολογικά και υλικά από ξένα κέντρα× με μια πολιτική ζωή που περιστρέφεται αυτοτροφοδοτούμενη στα ευτελή και ασήμαντα. Παρ’ όλα αυτά, όλο αυτό το πλέγμα εμφανίζεται με την βεβαιότητα του ορθολογισμού, γιατί κατά βάθος είναι απρόθυμο αλλά και αδύναμο να επιτελέσει την απαιτούμενη «ανορθολογική» ανατροπή, ώστε να αποτρέψει το «ορθολογικό» μας τέλος. 

Ωστόσο, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, πίσω από τα χαμόγελα αυτοπεποίθησης, το πολιτικό μας κατεστημένο, στο σύνολό του και όχι μόνον η κυβέρνηση, τα έχει τελείως χαμένα. Όλες οι βεβαιότητες στις οποίες είχε στηριχθεί καταρρέουν με πάταγο. Η φετιχοποίηση του διεθνούς δικαίου ή η ολοκληρωτική συστράτευση με τη «σωστή πλευρά της ιστορίας», είναι νομίσματα με ελάχιστη ανταλλακτική αξία σε μια εποχή επικράτησης του πλέον κυνικού ρεαλισμού στις διεθνείς σχέσεις και στην παγκόσμια ανακατανομή ισχύος. Άλλωστε ακόμη και ο Τραμπ, σε αυτό το περιβάλλον, δεν είναι παρά μια εκδήλωσή της ραγδαίας μεταμόρφωσης του κόσμου, που μοιραία επιταχύνει την εκτροπή από το προηγούμενο status quo, προς το οποίο δεν υπάρχει επιστροφή. 

 

Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2025

Οι «Δρόμοι της Ρωσικής Θεολογίας»

Εξώφυλλο βιβλίου Δρόμοι της Ρωσικής Θεολογίας Τόμος Α - Εκδόσεις Αλτιντζή

Αν τυχόν κάποιος επιδιώξει να κατανοήσει τη ρωσική ιστορία, από τις απαρχές της έως και σήμερα, παραμερίζοντας τη θρησκευτική διάσταση, θα αποτύχει οικτρά. Όλες οι ιστορικές περιπέτειες αλλά, κυρίως, οι εσωτερικές διαδρομές της ρωσικής ψυχής είναι στενά συνυφασμένες με τις ορθόδοξες παραδόσεις, τις παρεκκλίσεις, τις επιθέσεις που δέχθηκαν, τη σχέση εντέλει του κράτους με την Εκκλησία και τη ρωσική ορθοδοξία. Με τον πληρέστερο και συνάμα βαθύτερο τρόπο μας παρουσιάζει αυτήν την αλήθεια ο πραγματικά σημαντικός π. Γεώργιος Φλορόφσκυ (1893-1979) στο μνημειώδες βιβλίο του «Δρόμοι της Ρωσικής Θεολογίας», ο α΄ τόμος του οποίου εκδόθηκε στα ελληνικά μόλις πριν λίγα χρόνια (2019) από τις Θεσσαλονικιώτικες εκδόσεις «Αθανασίου Αλτιντζή». Πρόκειται για μια άρτια έκδοση, σε εξαίρετη μετάφραση της Ευτυχίας Β. Γιούλτση, πλούσιο σχολιασμό και στο πολυτονικό. Το βιβλίο, παρά τον όγκο του -613 σελίδες-, διαβάζεται χωρίς δυσκολία, όχι μόνον λόγω της ωραίας γλώσσας του, αλλά και του ειρμού του,  που συνδέει με συνεχή ροή σχεδόν 1000 έτη ιστορίας.

Ο Φλορόφσκυ, που ήταν ουκρανικής καταγωγής και εκπρόσωπος της σπουδαίας πλειάδας των διανοούμενων που βρέθηκαν ως πρόσφυγες στη Δύση, μετά την επικράτηση της επανάστασης του 1917, ως κεντρικό άξονα της ανάλυσής του αναδεικνύει τη σχέση της ρωσικής Ορθοδοξίας με την ελληνική πατερική παράδοση. Η σχέση αυτή δοκιμάζεται διαχρονικά από ποικίλους παράγοντες, όπως το παγανιστικό ψυχολογικό υπόστρωμα του ρωσικού λαού, τον ρωσικό «εθνικισμό» ως δύναμη συγκρότησης και ενίσχυσης του ρωσικού κρατισμού και τις δυτικές, κυρίως καθολικές, αλλά και προτεσταντικές, επιρροές που αλλοιώνουν τη βυζαντινή παράδοση. Απέναντί τους διακρίνει διορθωτικές και ανορθωτικές κινήσεις, όπως των Γερόντων της Ερήμου πέρα από τον Βόλγα ή της μοναστικής αναγέννησης στα τέλη του 18ου αιώνα, που προκάλεσε και την πνευματική έκρηξη του επόμενου αιώνα, στη ρωσική Θεολογία, Λογοτεχνία και Φιλοσοφία. 

 

Ρωσία-Βυζάντιο και ο δυισμός της ρωσικής φύσης

Ο Φλορόφσκυ, αναφερόμενος στην μύηση των Ρώσων στην Ορθοδοξία, επιχειρεί να απαντήσει στο επίμονο ερώτημα γιατί ο παλαιός ρωσικός κόσμος παρέμεινε «αδιαμόρφωτος και σιωπηρός», παρά την απαράμιλλη εικονογραφία, που έφθασε στο απόγειό της με τον Ρουμπλιώφ, και χαρακτηρίστηκε ως «Θεολογία με χρώματα». Μάλιστα, από μερίδα διανοούμενων, η περίοδος αυτή απαξιώθηκε πλήρως ως οπισθοδρομική, λόγω της επιρροής του «άθλιου» Βυζαντίου, κατά τον Π. Τσαντάαγιεφ, «γενάρχη» των Ρώσων δυτικιστών του 19ου αιώνα. Ο Φλορόφσκυ απορρίπτει την παραπάνω προσέγγιση, υποστηρίζοντας ότι «στη διάρκεια του 10ου αι. το Βυζάντιο ήταν η μόνη χώρα, μέσα σε ολόκληρο τον ‘‘ευρωπαϊκό’’ κόσμο, με γνήσιο πνευματικό πολιτισμό και παρέμεινε για μεγάλο διάστημα μια ζωντανή πηγή πολιτισμού, που η δημιουργική του ένταση επέζησε ακόμη και σε περίοδο πολιτικής παρακμής και κατάρρευσης» (σ.18). Όσον αφορά την παλαιά Ρωσία ξεκαθαρίζει ότι η κρίση της ήταν όχι έλλειψης πολιτισμού αλλά, αντιθέτως, κρίση πολιτισμού. Εν πολλοίς, όμως, οφείλετο στον τρόπο που αφομοίωνε τις βυζαντινές επιρροές, αλλά και στη συνέχεια στην απότομη διακοπή των σχέσεων με την βυζαντινή παράδοση, λόγω των ιστορικών συγκυριών. «Ο πυρήνας και η ουσία της πνευματικής κρίσης ήταν η απόρριψη των ‘‘Ελλήνων’’ από την πλευρά της Ρωσίας». (σελ. 19). Επιπλέον, επιμένει ότι σε καμία φάση της ιστορίας η Ρωσία δεν απομονώθηκε και δεν αποσπάστηκε από τον περίγυρό της, δηλαδή και από την Ευρώπη, όπως, εντελώς λανθασμένα, έχει επικρατήσει να υποστηρίζεται. 

Ο συγγραφέας περιγράφει έξοχα -αναμφίβολα η ωραιότερη περιγραφή που έχω υπ’ όψιν μου- τον δυισμό της Ρωσίας, κάνοντας λόγο για τη διαμόρφωση δύο πολιτισμών, της «ημέρας» και της «νύχτας». Αφενός ο «διανοητικός» χριστιανισμός των ανώτερων στρωμάτων. Αφετέρου, ένας συγκρητισμός παγανιστικών αντιλήψεων, αρχαίων μύθων και χριστιανικής φαντασίας και ονείρου, που κατέκλυσε τα λαϊκά στρώματα, και ως ρεύμα κυλούσε υπόγεια στη δική του ζωή, για να εκδηλώνεται, κατά καιρούς, στην επιφάνεια με ένταση και ταραχή. 

Αντιθέτως, δεν βλέπει κανένα ρήγμα στην πολιτισμική συνέχεια του ρωσικού πολιτισμού μετά την επιβολή του ταταρικού ζυγού τον 13ο αιώνα, και την μεταφορά του κέντρου της ρωσικής ζωής από το Κίεβο στα βορειοανατολικά. Όπως λέει, αυτή η νέα κατάσταση «δεν αποτελεί μια ξεχωριστή περίοδο στην ιστορία του ρωσικού πολιτισμού», απλώς «η πραγματική πολιτιστική κίνηση κινείται και μετατοπίζεται στον βορρά». (σ.34) Απορρίπτει, επίσης, τη θεωρία ότι η νέα άνθηση οφειλόταν στη «μεταφορά του διαφωτισμού» από το πολιτισμένο Κίεβο προς την ημιβάρβαρη περιοχή, που ήταν και η Μόσχα, καθώς οι σπόροι που άνθισαν στα νέα ρωσικά κέντρα είχαν πέσει πολύ νωρίτερα. Εξάλλου, ακόμη και στα χρόνια του ταταρικού ζυγού ο ρωσικός κόσμος δεν έπαψε να δέχεται θετικές επιρροές από την «Αναγέννηση των Παλαιολόγων» και τον Ησυχασμό, μέσω πλήθους μεταφράσεων, από τον Μ. Βασίλειο έως τον Διονύσιο τον Αεροπαγίτη. Αυτή η εισροή είχε ως αποτέλεσμα μια πνευματική αφύπνιση, που αποτυπώνεται στην ερημητική και μοναστική αναγέννηση, με κύριο εκπρόσωπο τον Άγιο Σέργιο του Ραντόνεζ, και στη ρωσική εικονογραφία, που εγκαινιάζει ο Θεοφάνης ο Έλληνας. 

Το ίδιο διάστημα, ωστόσο, εκδηλώνεται και μια διαμάχη Μόσχας-Βυζαντίου, που ο Φλορόφσκυ την αποδίδει στην εθνικοπολιτική αφύπνιση της συνείδησης στο Μοσχοβίτικο κράτος. Έτσι, θεωρεί απλώς ως αφορμή για το σχίσμα την, επονείδιστη για τους Ρώσους, συμμετοχή στην σύνοδο Φλωρεντίας-Φερράρας του Έλληνα υποψηφίου για την θέση του Μητροπολίτη Μόσχας, και εν συνεχεία καρδιναλίου, Ισιδώρου.  

 

Η Τρίτη Ρώμη 

Με την άλωση της Πόλεως, ξεκινά στην Μοσκοβία μια διαδικασία απομάκρυνσης από τη βυζαντινή κληρονομιά. Κάτι που αποτυπώνεται στη ρήση του μοναχού Φιλόθεου, για τη «Τρίτη Ρώμη». Για τον Φλορόφσκυ η διατύπωση αυτής της θεωρίας αφενός έδινε, στο πλαίσιο ενός ασυγκράτητου μεσσιανισμού και αποκαλυπτικότητας, στη Ρωσία την ευθύνη για όλον τον ορθόδοξο κόσμο, με ό,τι συνεπαγόταν αυτός ο προορισμός, δηλαδή ταπείνωση και φόβο Θεού. Αφετέρου, όμως, άνοιξε την οδό της αποκοπής από το Βυζάντιο, καθώς η Τρίτη Ρώμη αντικαθιστά και δε συνεχίζει τη Δεύτερη. Αναδύεται δυσπιστία για τους Έλληνες που ζουν υπόδουλοι στο βασίλειο των άθεων Τούρκων. Αυτή η ρήξη με την ελληνική παράδοση οδηγούσε στο ότι «η ιστορική οικουμενική παράδοση ήταν δυνατό να επισκιαστεί και να αντικατασταθεί από μια τοπική και εθνική, που θα περιόριζε την οικουμενική μέσα σε αυθαίρετα όρια της ιδιαίτερης και εθνικής μνήμης της Ρωσίας». (σ.45) Οι διεργασίες αυτές συνοδεύτηκαν με στροφή προς τη Δύση. Κρίνει, μάλλον αυστηρά, ακόμη και τον γάμο της Σοφίας Παλαιολογίνας με τον Ιβάν Γ΄, ως «την αρχή του ρωσικού δυτικισμού», και όχι μια βυζαντινή αποκατάσταση. Δυτική «όχι μόνο πολιτικά, αλλά και πολιτιστικά» ήταν και η στάση του Ιβάν Δ΄, του λεγόμενου Τρομερού, καθώς, όπως είχε πει, «η πίστη μας είναι χριστιανική όχι ελληνική» είχε πει στον Ιησουίτη Possevino.

Σε ένα περιβάλλον έντονων εθνικών, κοινωνικών και ιδεολογικών ανακατατάξεων ήταν επόμενο να εμφανιστούν θρησκευτικές και ενδοεκκλησιαστικές έριδες. Μια από τις πρώτες σοβαρές αναταραχές ήταν αυτή των λεγόμενων ιουδαϊζόντων, καθώς ο αρχικός φορέας των καινοφανών αντιλήψεων θεωρήθηκε ο Εβραίος Zakhar, από το Κίεβο. Απέναντι στην «ιουδαϊκή αίρεση», που ήταν μάλλον μια απόπειρα πιο ελεύθερης σκέψης και όχι αίρεση, η Εκκλησία στράφηκε για βοήθεια στην λατινική Δύση. Ιδιαιτέρως, στο Νόβγκοροντ, όπου είχαν συγκεντρωθεί πολλοί Λατίνοι, έγινε σοβαρή μεταφραστική εργασία, με βάση τις δυτικές πηγές. Έτσι οι βίοι Αγίων και τα μορφωτικά βιβλία θα βρεθούν να είναι εμποτισμένα με λατινικό πνεύμα. 

Εν συνεχεία, στη σύγκρουση μεταξύ των οπαδών του Ιωσήφ της Μονής Βολοκαλάμσκ με τους Γέροντες της Ερήμου πέρα από τον Βόλγα, όπως ήταν ο Άγιος Νείλος Σόρσκι, ο Φλορόφσκυ βλέπει το διακύβευμα ως κάτι βαθύτερο από την μοναστική περιουσία, καθώς βρέθηκαν αντιμέτωπες διαφορετικές θρησκευτικές αντιλήψεις, δύο διαφορετικά ιδεώδη: «Οι πρώτοι ζητούσαν να κατακτήσουν τον κόσμο με τη βοήθεια της κοινωνικής εργασίας× οι δεύτεροι επιχειρούσαν να υπερνικήσουν τον κόσμο μεταμορφωνοντάς τον και μορφώνοντας μέσα του έναν νέο άνθρωπο, με τη δημιουργία μιας νέας ανθρώπινης προσωπικότητας».(σ.69-70) Φθάνει μάλιστα στο σημείο να διαπιστώσει μια σύγκρουση «μεταξύ λατινικού και ελληνικού πνεύματος».(σελ. 59)

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει και στον Μάξιμο τον Γραικό και τη σκληρή μεταχείριση που έτυχε από την εξουσία. Κατάληξη που ήταν μοιραία ανάμεσα σε δύο αντίθετες αντιλήψεις, που ενώ η μια έβλεπε στην Τρίτη Ρώμη ένα δυναμικό βασίλειο, η άλλη, αυτή του Μάξιμου, αντίκριζε μόνον μια πόλη, «περιπλανώμενη στην άγρια ερημιά». Όταν εκδηλώνεται το σχίσμα του 17ου αιώνα, την εποχή του τσάρου Φιόντορ, η θεωρία της Τρίτης Ρώμης, όπως γράφει, από αποκαλυπτικό προμήνυμα είχε μεταβληθεί πλέον ολοκληρωτικά σε κρατική ιδεολογία, και το Βυζάντιο ήδη είχε απορριφθεί. 

Την εποχή αυτή λαμβάνει χώρα και το σχίσμα στη ρωσική Εκκλησία, που προκλήθηκε από τις μεταρρυθμίσεις του πατριάρχη Νίκωνα. Ο Νίκων, τον οποίο διέκρινε μια ελληνολατρεία, χωρίς να γνωρίζει τη βυζαντινή παράδοση, και επηρεασμένος από τον πατριάρχη Αντιοχείας, Μακάριο, προσπάθησε να αλλάξει το τυπικό της εκκλησίας και διάφορα άλλα στοιχεία, όπως τον σταυρό με τα δύο δάκτυλα, που χαρακτηρίστηκε ως «αρμενική αίρεση». Ενάντια στον Νίκωνα, αλλά και στον τσάρο, σε ένα κλίμα άκρως αποκαλυπτικό, μεσσιανικό, γεμάτο με ουτοπικά οράματα, εμφανίστηκαν αυτοί που θα ονομαστούν παλαιόπιστοι. Η έκρηξη αυτής της «υπόγειας» Ρωσίας επιχείρησε να δημιουργήσει κοινωνικά σχήματα απ’ όπου εξέλιπε η ιερωσύνη αλλά και η ιδιοκτησία. Το σχίσμα επιχείρησε να εξέλθει της ιστορίας και εγκαταστάθηκε εκτός των ορίων της, ενώ σύντομα τον αποκαλυπτικό φόβο τον μετέτρεψε σε έναν νέο τύπου ανθρωπισμό, με αυτοπεποίθηση στα έργα του ανθρώπου και όχι στην Θεία Χάρη. Στις κοινότητες αυτές βρήκαν θέση ακόμη και ο Πλάτων ή ο Δημοσθένης, αλλά και η λατρεία του εκούσιου θανάτου…

 

 

Η μάχη της «δυτικής Ρωσίας»

Ο Φλορόφσκυ κάνει εκτενή αναφορά στη «δυτική Ρωσία», όπως χαρακτηρίζει τη δυτική Ουκρανία και Λευκορωσία. Εδώ επικεντρώνονται οι προσπάθειες για την Ένωση των Ορθοδόξων με την Ρώμη, ένα ζήτημα που ο συγγραφέας το χαρακτηρίζει περισσότερο κοινωνιολογικό και πολιτιστικό και λιγότερο θεολογικό.(σ.96) Σημειώνει μάλιστα ότι απέναντι στις δυτικές πιέσεις το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως προτιμούσε μια και αδιαίρετη μητρόπολη και γι’ αυτό διατηρήθηκε αυστηρά και ο τίτλος «πασών των Ρωσσιών» για τον Μητροπολίτη Μόσχας. Αντιθέτως οι τάσεις για εκκλησιαστική αυτονομία «στη δυτική Ρωσία συχνά συνόδευε μια ευνοϊκή απόκλιση προς τη Ρωμαϊκή Δύση» (σ.93), όπως έγινε με τον πρώτο Μητροπολίτη Λιθουανίας Γρηγόριο που συμμετείχε στην Σύνοδο της Κωνσταντίας (1417-1418). 

Στα τέλη του 16ου αιώνα οι Ορθόδοξοι της δυτικής Ρωσίας βρέθηκαν μεταξύ δύο ισχυρών στρατοπέδων που επεδίωκαν να τους προσηλυτίσουν. Αφενός οι ρωμαιοκαθολικοί, αφετέρου οι προτεστάντες που ανέπτυξαν μεγάλη δραστηριότητα στην περιοχή. «Κάτω από τέτοιες περιστάσεις θρησκευτική ελευθερία για τους Ορθοδόξους σήμαινε ακόμη ‘’εθνική ταυτότητα’’».(σ.99) Η ορθόδοξη ιεραρχία δεν ήταν όμως προετοιμασμένη γι’ αυτήν την μάχη με τους υψηλά καταρτισμένους καθολικούς και προτεστάντες. Έτσι, η ιεραρχία προσχώρησε στη Ουνία ενώ «το βάρος της προάσπισης της Ορθοδοξίας» έπεσε στους ώμους του λαού και του κατώτερου κλήρου.(σ.100)

Σε αυτό το πιεστικό περιβάλλον αναδεικνύονται λόγιοι που αναζητούν την ορθόδοξη απάντηση, όπως ο πρίγκηπας Ανδρέας Κούρμπσκι (1528-1583), ο οποίος θεωρούσε τον Μάξιμο τον Γραικό ως δάσκαλό του. Από την εξορία του στην πολωνολιθουανική τότε Βολινία μετέφρασε στην σλαβονική Έλληνες πατέρες, όπως τον Αγ. Ιωάννη τον Χρυσόστομο και τον Αγ. Ιωάννη τον Δαμασκηνό, ενώ παράλληλα μελετούσε αρχαίους Έλληνες συγγραφείς. Αναμφίβολα «αγωνίστηκε για μια αναζωπύρωση και συνέχεια της βυζαντινής κληρονομιάς στον σλαβονικό κόσμο».(σ.114)

Σπουδαίο είναι και το έργο που παράχθηκε στην Ακαδημία του Οστρόγκ, επίσης στη δυτική Ουκρανία, που ανέλαβε τον αγώνα κατά της Ουνίας με μελέτες, όπως το βιβλίο του Σμοτρίτσκι «Τα κλειδιά της Βασιλείας των Ουρανών».(1584). Το ίδρυμα αποτέλεσε απάντηση στο κολλέγιο του Αγ. Αθανασίου που ιδρύθηκε στη Ρώμη το 1576 από τους Ιησουίτες για να δημιουργήσουν ουνίτικη διανόηση. Το όραμα όσων συμμετείχαν στην προσπάθεια της Ακαδημίας του Οστρόγκ, στην οποία δίδαξε και ο Κύριλλος Λούκαρης, ήταν αυτό «ενός συγκλονιστικού σλαβονο-ελληνικού πνευματικού πολιτισμού».(σ.117) Εκεί εκδόθηκε και η πρώτη πλήρης Βίβλος στη σλαβονική γλώσσα. 

Στην επόμενη γενιά, όμως, οι αριστοκράτες προσχωρούν στην Ουνία και τον ρωμαιοκαθολικισμό, αφήνοντας στους αστούς και κυρίως στους Κοζάκους, όπως ήταν η «Αδελφότητα των Ιπποτών του Συντάγματος Ζαπαρόζιε» την υπεράσπιση της Ορθοδοξίας, αλλά και άλλες αδελφότητες που ιδρύονται στα εδάφη που κατοικούν Ορθόδοξοι και κατέχονται από την Πολωνο-Λιθουανική κοινοπολιτεία. Στο Λβοφ, μάλιστα, η σχολή της αδελφότητας ιδρύθηκε από τον Αρσένιο, επίσκοπο Ελασσόνας. Σε όλη τη σημερινή Ουκρανία σημειώθηκε άνθιση των ελληνικών -αρχαίων και χριστιανικών- γραμμάτων. Η κίνηση αυτή είχε ως βασικό κίνητρο την αντιμετώπιση της Ουνίας, διότι Ουνία θα σήμαινε θρησκευτικο-πολιτιστικός εκδυτικισμός. «Μια τέτοια κατάσταση θα ήταν δυνατό να αντιμετωπιστεί και υπερνικηθεί μόνον με σταθερή πίστη στην ελληνική παράδοση».(σ.163)

Η σύγκρουση ανάμεσα στους δυτικόφιλους και τους ανατολικούς σλαβονο-ελληνόφιλους θα ενταθεί κατά τη διάρκεια του 17ου αιώνα. Επικεφαλής της πρώτης τάσης βρέθηκε ο Μολδαβός Πέτρος Μογίλα, και μαζί του μια πλειάδα πολωνοσπουδαγμένων λογίων. Η αντιπαράθεση αποτυπώθηκε στην αντικατάσταση του παραδοσιακού Μητροπολίτη Κιέβου Ησαΐα Κοπίνσκι από τον Μογίλα, όπου έλαβε χώρα μια «σύγκρουση βαθιά ριζωμένων πεποιθήσεων για το βασικό πρόβλημα του εκκλησιαστικού προσανατολισμού με προεκτάσεις και στην πολιτική και την πολιτιστική διάσταση».(σ.176) Καθόλου συμπτωματικά ο Μογίλας στράφηκε στο Πολωνικό κράτος και ο Κοπίνσκι στο ορθόδοξο κράτος της Μοσκοβίας. Για τον Φλορόνσκυ οι μεταρρυθμίσεις του Μογίλα, ως Ορθόδοξος ιεράρχης, ήταν πιο επικίνδυνες από την Ουνία, την οποία οι ανατολικοί Σλάβοι την είχαν νίκησαν σε μεγάλο βαθμό. Σε αυτή την περίπτωση ο κρυπτολατινισμός διείδυσε σιωπηρά και χωρίς αντίσταση. Ο εκλατινισμός αυτός, που φορέας της θα γίνει η δυτικορωσική ελίτ, σε αντίθεση με τον απλό λαό, θα μεταφερθεί και στην Μοσκοβία τον 17ο και 18ο αιώνα. 

 

Η δυτική στροφή της αυτοκρατορίας

Ο Φλορόφσκυ αναφέρεται στη διαπάλη, εντός της Μεγάλης Ρωσία, μεταξύ της δυτικόστροφης τάσης, με κυριότερους εκπροσώπους τους «Κιεβούς πρεσβύτερους» και της ελληνικής, στην οποία διακρίθηκαν κάποιοι Έλληνες. Ανάμεσα στους πρώτους, σημαντική υπήρξε η μορφή του Λευκορώσου Συμεών του Πολότσκ, παιδαγωγού των παιδιών του τσάρου. Από τους Έλληνες ξεχώρισαν οι αδελφοί Λυκούδη, που απέστειλε ο πατριάρχης Ιεροσολύμων Δοσίθεος, με σκοπό να ιδρύσουν Ακαδημία η οποία θα αντιμετώπιζε τη «λατινική» ομάδα. Η επίδρασή τους ήταν τόσο ισχυρή που «η πρώτη γενιά αυτών που πολύ σωστά χαρακτηρίστηκαν ‘‘λόγιοι’’ στη Ρωσία οφείλει την παιδεία τους στους αδελφούς Λυκούδη». (σ.267) Παρά, όμως, τον αγώνα της Μόσχας ενάντια στον εμφανιζόμενο φιλολατινισμό που προερχόταν από το Κίεβο, οι Κιεβοί πρόσφυγες αποδείχθηκαν ανώτεροι και τελικά, στο γύρισμα του 17ου προς τον 18ο αι. «το Κίεβο βγήκε νικητής».(279)

Είναι η εποχή που ο Μεγάλος Πέτρος υποβίβασε την Εκκλησία, υπό την επιρροή του μεταρρυθμιστικού πυρετού, «τότε που είχε θολώσει και χαθεί η μυστική αίσθηση της Εκκλησίας×τότε που αντιμετώπιζαν την Εκκλησία σαν τίποτε περισσότερο από ένα επίγειο καθίδρυμα για την οργάνωση της λαϊκής θρησκευτικής ζωής».(σ.287) Η μεταρρύθμιση αποτέλεσε μια διάρρηξη στα πνευματικά βάθη της Ρωσίας, ενώ «η απορρόφηση των πάντων από το κράτος μέσα στα πλαίσια της εξουσίας του συνιστά τον τύπο του ‘‘αστυνομικού κράτους’’». (σ.285) Στα χρόνια του Πέτρου η Ορθοδοξία έδινε πιά την εντύπωση ενός μετριοπαθούς, τελετουργικού προτεσταντισμού. 

Με την Εκκλησία υποταγμένη, οι δυτικές επιρροές ενισχύονται, μέσω πάντα των προερχόμενων από την Ουκρανία, λατινοσπουδαγμένων. «Γενικά οι σχολές εκείνης της εποχής στη Μεγάλη Ρωσία δημιουργήθηκαν και λειτούργησαν μόνο από ιεράρχες από την Ουκρανία. Ήταν μια εποχή που μόνο οι Ουκρανοί μπορούσαν να γίνουν επίσκοποι και αρχιμανδρίτες. Αυτοί ίδρυσαν λατινικές σχολές παντού με πρότυπα τις σχολές εκείνες που σπούδασαν οι ίδιοι. Συνήθως οι ιεράρχες αυτοί έφεραν δασκάλους (μερικές φορές ακόμη και πολωνικής καταγωγής) από το Κίεβο ή τους προσκαλούσαν για διδασκαλία».(σ.320) Μέχρι και την περίοδο διακυβέρνησης από την Μ. Αικατερίνη, αυτή η τάξη των Ουκρανών λογίων και ιεραρχών είχε τον πρώτο λόγο στα εκκλησιαστικά πράγματα της Ρωσίας. Η ελληνική παράδοση επανεμφανίζεται πιο δυναμικά μόλις το τελευταίο τέταρτο του 18ου αιώνα, ίσως και ως έκφραση του λεγόμενου «Ελληνικού Σχεδίου» της Αγ. Πετρούπολης. 

 

Η μοναστική αναγέννηση

Ο 18ο αιώνας θα τελειώσει, ωστόσο, τελείως διαφορετικά από ότι άρχιζε. Από την μεταρρύθμιση προτεσταντικού προσανατολισμού καταλήγουμε, ως εκ θαύματος, στην αναγέννηση του μοναχισμού και σε μια έξαρση της εσωτερικής πνευματικής ζωής (σ. 380) Μια νέα ζωή ξεκινά στα ερημωμένα μοναστικά κέντρα. Εμφανίζονται σπουδαίες μορφές του μοναχισμού, όπως ο Τύχων Ζαντόνσκι, το βιβλίο του οποίου «Περί του αληθινού Χριστιανισμού» θεμελιώνεται όχι πλέον στη σχολαστική πολυμάθεια αλλά στην εμπειρία. Έχουμε πλέον μια ζώσα Θεολογία που αντιπαρατίθεται στο πνεύμα της εποχής του Διαφωτισμού. Το ίδιο κάνει και ο Παΐσιος Βελιτσκόφσκι, που εγκατέλειψε την Ακαδημία του Κιέβου για να περιπλανηθεί στις σκήτες της Μολδαβίας και στο Άγιο Όρος. Ο Παΐσιος επιχειρεί να συνεχίσει το έργο του Γέροντα Αγίου Νείλου Σόρσκι, επιστρέφοντας το ρωσικό πνεύμα στους βυζαντινούς πατέρες, μέσω της επίπονης μεταφραστικής προσπάθειας που κατέβαλλε, δημιουργώντας ολόκληρο φιλολογικό κέντρο. Μάλιστα, «η δημοσίευση της σλαβονο-ρωσικής έκδοσης της Φιλοκαλίας αποτέλεσε ύψιστο γεγονός όχι μόνο στην ιστορία του ρωσικού μοναχισμού, αλλά γενικά στην ιστορία του ρωσικού πολιτισμού».(σ.389)

Η θρησκευτική αναγέννηση θα δώσει νέα πνοή στον μοναχισμό, αλλά θα αναβαθμίσει και την Θεολογία, που, σύμφωνα με τον Φλορόφσκι έφθασε στο ίδιο επίπεδο με τη Δύση. Αυτό αποτυπώθηκε στις εκκλησιαστικές σχολές που αναδιοργανώθηκαν με βάση τις αρχές της «θεολογίας της καρδιάς», όπου σκοπός της διδασκαλίας ήταν η παιδεία του εσωτερικού ανθρώπου. 

Γι’ αυτές τις πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα, ο Φλορόφσκυ αναφέρεται και στην εμφάνιση του λεγόμενου «μυστικού τύπου», ο οποίος επηρεάζεται από δυτικά μυστικιστικά ρεύματα, και ενσαρκώνεται σε διάφορες μυστικές εταιρείες. Μια τάση που δεν άφησε ανεπηρέαστον ούτε τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄, ο οποίος φαίνεται ότι κατηχήθηκε και από την Λετονή βαρώνη von Krüdenerστον ευσεβιστικό μυστικισμό. Ενδιαφέρουσα η πληροφορία του βιβλίου ότι η βαρώνη εξορίστηκε το 1821 από την Αγία Πετρούπολη, καθώς υποστήριξε την ελληνική επανάσταση.(σ. 405)

Ενδιαφέρον έχει επίσης η αναφορά του Φλορόφσκυ στη διαμάχη για την αναγκαιότητα της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας στα Γυμνάσια, που καταργήθηκε το 1851 για να διδαχθούν οι φυσικές επιστήμες, μεταξύ του υπουργού Παιδείας, πρίγκηπα Σιρίνσκι-Σιχμάτοφ, και του υφυπουργού του, Νόροφ. Ο δεύτερος υποστήριξε την άποψη ότι τα ελληνικά «κατευθύνουν τον νου των νέων προς το υπέρτατο και το Θείο».(σ.612) Τελικά τα ελληνικά επανέρχονται στα Γυμνάσια το 1871. 

Είναι περιττό να συστήσουμε το συγκεκριμένο βιβλίο σε όσους ενδιαφέρονται πραγματικά για την πνευματική ιστορία των ανατολικών Σλάβων, καθώς θεωρείται κλασσικό στη σχετική βιβλιογραφία. Ελπίζουμε μόνον ότι θα ακολουθήσει και ο δεύτερος τόμος, όπως υπόσχεται και η μεταφράστρια στο προλογικό της σημείωμα. 

Τρίτη 24 Δεκεμβρίου 2024

Συρία : Πώς συνδέεται η σημερινή κατάσταση και το εθνο-θρησκευτικό μωσαϊκό της με την ιστορία της περιοχής 3000 χρόνων

Σύνταξη : Πολυδεύκης Παπαδόπουλος

Η ανατροπή του καθεστώτος Ασαντ στη Συρία ήταν το σημαντικότερο διεθνές γεγονός με το οποίο κλείνει το 2024. Έτσι, η τελευταία εκπομπή του χρόνου «Με το Πρώτο στην Ευρώπη και τον Κόσμο» του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου (Α’Πρόγραμμα, Σάββατα και Κυριακές 12.00-13.00) αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στην προσέγγιση του Συριακού ζητήματος από την οπτική του πως συνδέεται η σημερινή κατάσταση στη χώρα και το εθνο-θρησκευτικό μωσαϊκό της με την ιστορία της περιοχής.

Εξετάζονται οι κυριότεροι σταθμοί ιστορικών και γεωπολιτικών εξελίξεων που την αφορούν, ακόμη από την αρχαιότητα έως τις μέρες μας, με τη συμμετοχή του Σωτήρη Δημόπουλου, Διδάκτορα Κοινωνιολογίας του Παντείου Πανεπιστημίου και Πτυχιούχου του Ινστιτούτου Διεθνών Σχέσεων του Κιέβου. Ο κ. Δημόπουλος, ο οποίος ασχολείται με τα σχετικά θέματα, έχει δημοσιεύσει τα βιβλία «Διάλογος με την Ιστορία» και «Γιατί ο πόλεμος στην Ουκρανία αλλάζει τον κόσμο» με τον Σταύρο Λυγερό (Εκδ. Πατάκης) και έχει μεταφράσει το βιβλίο του Νικολάι Μπερντιάεφ «Το νόημα της Ιστορίας».

Υπάρχει η ρήση που λέει «Χωρίς ειρήνη στη Συρία δεν μπορεί να υπάρξει ειρήνη στη Μ.Ανατολή». Προσπαθώντας να κατανοήσουμε το νόημα της, η συζήτηση ξεκινά με το ποια είναι η γεωγραφική/γεωπολιτική και κοινωνική σημασία της Συρίας διαμέσου των αιώνων, αρχίζοντας από την εποχή των μετα-Αλεξανδρινών, ελληνιστικών βασιλείων των Σελευκιδών, της κατάληψης της περιοχής από τους Ρωμαίους και την εμφάνιση των πρώτων χριστιανών που επιβιώνουν έως σήμερα, αν και με αμφιβολίες για το μέλλον τους.

Στη συνέχεια αναφέρεται το πότε έρχεται το Ισλάμ στην περιοχή και πως κυριαρχεί, με τις πρώτες εισβολές των Αράβων περί τα μέσα 7ου αιώνα, με τη Δαμασκό να γίνεται μάλιστα και πρωτεύουσα του χαλιφάτου το 750 επί δυναστείας των Αβασιδών. Εξετάζεται η απαρχή των συγκρούσεων στο εσωτερικό των μουσουλμάνων μεταξύ Σουνιτών και Σιιτών, η διαμόρφωση των Αλαουιτών –στους οποίους ανήκε και η οικογένεια Ασαντ- καθώς και οι ιδιαίτερες περιπτώσεις των Κούρδων και Δρούζων που ζουν στα ΒΑ και ΝΔ της σημερινής Συρίας.

Η ιστορική αναδρομή με το κ. Δημόπουλο συνεχίζεται με το πότε και πως αρχίζουν οι επεμβάσεις στην περιοχή και στους ντόπιους πληθυσμούς από τις σταυροφορίες των Ευρωπαίων τον 11ο και 12ο αιώνα και την τελική επικράτηση των Οθωμανών. Αυτό ξεκινά να συμβαίνει στα τέλη του 12ο αιώνα με τους Σελτζούκους, μετά τους Μαμελούκους, -αφού μεσολάβησε ένα διάστημα κυριαρχίας των Μογγόλων και αργότερα του τουρκομογγόλου Ταμερλάνου- για να γίνει η ευρύτερη περιοχή της Συρίας οριστικά Οθωμανική στις αρχές 16ου αιώνα.

Κάνοντας ένα ιστορικό άλμα όλης της υπόλοιπης οθωμανικής περιόδου, στην εκπομπή παρουσιάζεται το πως ξεκινά ο Αραβικός εθνικισμός στα τέλη του 19ου αιώνα και τις αρχές του 20ού, κυρίως εναντίον των Οθωμανών. Αναλύεται το ποιος είναι ο ρόλος στη γένεση αυτού του εθνικισμού των χριστιανών της Μέσης Ανατολής, υπό την επιρροή των Γάλλων Ιησουιτών, καθώς και των σχολείων και ιδρυμάτων που ιδρύουν ξένες δυνάμεις στη σημερινή Συρία και τον Λίβανο. Εξετάζεται το πως αντιδρά σε όλες αυτές τις εξελίξεις η Οθωμανική αυτοκρατορία στην τελευταία φάση της και επίσης οι Νεότουρκοι και το τι γίνεται με τις πρώτες συγκρούσεις χριστιανών/μουσουλμάνων.

Ακολουθούν οι ανακατατάξεις που φέρνει ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος στην περιοχή. Οι υποσχέσεις που δίνονται προς τους Άραβες πρωτίστως από τους Βρετανούς και κατόπιν από τους Γάλλους, η Συμφωνία Σάικς-Πικό 1916 για την διαμοίραση του Λεβάντε και της υπόλοιπης Μεσοποτομίας, η Διακήρυξη Μπάλφουρ το 1917 για την δέσμευση της Βρετανίας να υποστηρίξει την ίδρυση ενός εβραϊκού κράτους στην Παλαιστίνη και η τελική διευθέτηση της Μ. Ανατολής μέσα από το καθεστώς των Εντολών της Κοινωνίας των Εθνών που δημιουργείται μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτές, σε συσχέτιση με τις Συνθήκες των Βερσαλλιών, των Σεβρών, της Λοζάνης και των αποτελεσμάτων της Διάσκεψης του Σαν Ρέμο, δίνουν την αρμοδιότητα στη Γαλλία και τη Βρετανία να διοικήσουν τα πρώην οθωμανικά εδάφη στην περιοχή. Οι εν λόγω εντολές την περιοχή της Μ. Ανατολής εφαρμόζονται από τις αρχές του ’20 έως τα τέλη του ’40.

Με τον κ. Δημόπουλο εξετάζεται ιδιαιτέρως η ταραχώδης περίοδος της Γαλλικής Εντολής στη Συρία, καθώς και η παραχώρηση της στρατηγικής σημασίας επαρχίας και πόλης της Αλεξανδρέττας στους Τούρκους το 1939, παρά τις αντιδράσεις των Σύρων και μετά από ένα δημοψήφισμα το οποίο αμφισβητούν έως και σήμερα.

Συνεχίζοντας τη διαδρομή έως την έναρξη του Β’Παγκοσμίου Πολέμου, η συνθηκολόγηση της Γαλλίας στους Γερμανούς το 1940 αφήνει τη Συρία για ένα χρόνο στα χέρια της Κυβέρνησης του Βισύ, Όμως αυτή θα περάσει γρήγορα στον έλεγχο των Ελεύθερων Γάλλων του Ντε Γκολ, με τη βοήθεια των Βρετανών. Στη συζήτηση περιγράφεται η κατάσταση της περιοχής κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ο σχεδόν εξαναγκασμός των Γάλλων να δώσουν ανεξαρτησία στη Συρία και τον Λίβανο το 1946.

Ακολουθεί η αναφορά στη γένεση ενός νέου Παναραβισμού που μετεξελίσσεται σε Μπααθισμό και στις συγκρούσεις που ξεκινούν για την εξουσία μεταξύ των διαφόρων φατριών. Και αυτά καθώς η Συρία συμμετέχει στον αποτυχημένο πόλεμο των αραβικών χωρών με το Ισραήλ το 1948 με αιτία τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης.

Από κει και πέρα οι ανταγωνισμοί στην περιοχή για επιρροή μπλέκουν επίσης με τον Ψυχρό Πόλεμο που έχει ξεκινήσει μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Στη συζήτηση με το κ. Δημόπουλο παρουσιάζονται η εφήμερη Ένωση της Συρίας με την Αίγυπτο και η διάλυση της (1958-1961), τα πραξικοπήματα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60, η εσωτερική σύγκρουση των Μπααθιστών στη Συρία και ο πόλεμος των 6 ημερών το 1967 στον οποίο ηττάται για 2η φορά από το Ισραήλ, η επικράτηση το 1970 του Χάβεζ Άσαντ και η σκληρή διακυβέρνηση του, η έναρξη του εμφυλίου του Λιβάνου και η επέμβαση της Συρίας, η σύγκρουση με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στη δεκαετία του ’70 και η αποκορύφωση με τις σφαγές στις οποίες προβαίνει το συριακό καθεστώς στην πόλη Χαμά το 1982. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις οι νεκροί από αυτή την επέμβαση έφθασαν τους 40.000. Έτσι δεν είναι τυχαίο που η Χαμά ήταν δεύτερη πόλη μετά το Χαλέπι που έπεσε εύκολα στα χέρια των τζιχαντιστών ανταρτών στην πρόσφατη επέλασή τους προς τη Δαμασκό.

Η αναδρομή καταλήγει με τον αγώνα για τη διαδοχή του πατέρα Ασαντ και εν τέλει την ανάληψη της θέσης του Προέδρου από το γιό του Μπασάρ Άσαντ το 2000, καθώς και τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν στην αρχή της διακυβέρνησής του για ένα πιο δημοκρατικό και εκσυγχρονισμένο καθεστώς. Αυτές για μια σειρά από εσωτερικούς και εξωτερικούς λόγους διαψεύσθηκαν, καταλήγοντας σε μια παρακμή, που με την σειρά της έφερε και στην Συρία την λεγόμενη «Αραβική Ανοιξη» το 2011 και τελικά την έναρξη ενός εμφυλίου πολέμου που ακόμη και Συνεχίζοντας τη διαδρομή έως την έναρξη του Β’Παγκοσμίου Πολέμου, η συνθηκολόγηση της Γαλλίας στους Γερμανούς το 1940 αφήνει τη Συρία για ένα χρόνο στα χέρια της Κυβέρνησης του Βισύ, Όμως αυτή θα περάσει γρήγορα στον έλεγχο των Ελεύθερων Γάλλων του Ντε Γκολ, με τη βοήθεια των Βρετανών. Στη συζήτηση περιγράφεται η κατάσταση της περιοχής κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και ο σχεδόν εξαναγκασμός των Γάλλων να δώσουν ανεξαρτησία στη Συρία και τον Λίβανο το 1946.

Ακολουθεί η αναφορά στη γένεση ενός νέου Παναραβισμού που μετεξελίσσεται σε Μπααθισμό και στις συγκρούσεις που ξεκινούν για την εξουσία μεταξύ των διαφόρων φατριών. Και αυτά καθώς η Συρία συμμετέχει στον αποτυχημένο πόλεμο των αραβικών χωρών με το Ισραήλ το 1948 με αιτία τη διχοτόμηση της Παλαιστίνης.

Από κει και πέρα οι ανταγωνισμοί στην περιοχή για επιρροή μπλέκουν επίσης με τον Ψυχρό Πόλεμο που έχει ξεκινήσει μεταξύ Δύσης και Ανατολής. Στη συζήτηση με το κ. Δημόπουλο παρουσιάζονται η εφήμερη Ένωση της Συρίας με την Αίγυπτο και η διάλυση της (1958-1961), τα πραξικοπήματα κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 60, η εσωτερική σύγκρουση των Μπααθιστών στη Συρία και ο πόλεμος των 6 ημερών το 1967 στον οποίο ηττάται για 2η φορά από το Ισραήλ, η επικράτηση το 1970 του Χάβεζ Άσαντ και η σκληρή διακυβέρνηση του, η έναρξη του εμφυλίου του Λιβάνου και η επέμβαση της Συρίας, η σύγκρουση με τη Μουσουλμανική Αδελφότητα στη δεκαετία του ’70 και η αποκορύφωση με τις σφαγές στις οποίες προβαίνει το συριακό καθεστώς στην πόλη Χαμά το 1982. Σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις οι νεκροί από αυτή την επέμβαση έφθασαν τους 40.000. Έτσι δεν είναι τυχαίο που η Χαμά ήταν δεύτερη πόλη μετά το Χαλέπι που έπεσε εύκολα στα χέρια των τζιχαντιστών ανταρτών στην πρόσφατη επέλασή τους προς τη Δαμασκό.

Η αναδρομή καταλήγει με τον αγώνα για τη διαδοχή του πατέρα Ασαντ και εν τέλει την ανάληψη της θέσης του Προέδρου από το γιό του Μπασάρ Άσαντ το 2000, καθώς και τις προσδοκίες που δημιουργήθηκαν στην αρχή της διακυβέρνησής του για ένα πιο δημοκρατικό και εκσυγχρονισμένο καθεστώς. Αυτές για μια σειρά από εσωτερικούς και εξωτερικούς λόγους διαψεύσθηκαν, καταλήγοντας σε μια παρακμή, που με την σειρά της έφερε και στην Συρία την λεγόμενη «Αραβική Ανοιξη» το 2011 και τελικά την έναρξη ενός εμφυλίου πολέμου που ακόμη και σήμερα δεν είναι σίγουρο πως τελείωσε…

20241224-polydefkis-dimopoulos.mp3


https://www.ertnews.gr/dimosio-vima/syria-pos-syndeetai-i-simerini-katastasi-kai-to-ethno-thriskeytiko-mosaiko-tis-me-tin-istoria-tis-perioxis-3000-xronon/






Παρασκευή 13 Δεκεμβρίου 2024

Τα τουρκικά διλήμματα στη Συρία

Μπορεί να φαίνεται ότι μετά την κατάρρευση του Άσαντ, η Συρία έπεσε κάτω από την πλήρη επιρροή της Τουρκίας. Ωστόσο, στην πραγματικότητα, υπάρχει ένας αριθμός παικτών των οποίων η Τουρκία θα πρέπει αναπόφευκτα να λάβει υπόψη της κατά την εφαρμογή των συριακών της σχεδίων. Ποιοι είναι αυτοί οι παίκτες και ποια συμφέροντα εξακολουθεί να έχει η Ρωσία στη Συρία;

Η Τουρκία αισθάνεται ως ο μεγάλος νικητής στη Συρία. Ο Μπασάρ αλ Άσαντ ανατράπηκε, η επιρροή του Ιράν ελαχιστοποιήθηκε και η ένοπλη αντιπολίτευση που ελέγχεται από την Άγκυρα κατέλαβε τη Δαμασκό. «Η μεγαλύτερη νίκη είναι η νίκη χωρίς αγώνα. Ενώ αυτές οι επιχειρήσεις γίνονταν στη Συρία, κανένας μεχμετζίκ (όπως αποκαλούν χαϊδευτικά τους στρατιώτες τους στην Τουρκία) δεν είχε καν αιμορραγία από τη μύτη», γράφει η Hurriyet.

Ωστόσο, τώρα προκύπτει το ερώτημα τι θα κάνει με αυτή τη νίκη; Η Τουρκία έχει ήδη διαμορφώσει το σχέδιό της για τη μεταπολεμική δομή της χώρας. Αν συγκεντρώσουμε μια σειρά από ομιλίες του Ερντογάν και του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών Χακάν Φιντάν, καταλήγουμε σε πολλά συμπεράσματα.

 

Ενιαίο κράτος ή Ομοσπονδία; 

Πρώτον, η εδαφική ακεραιότητα της Συρίας. «Δεν μπορούμε να επιτρέψουμε να διαιρεθεί ξανά η Συρία. Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να συμφωνήσουμε ότι το έδαφος της χώρας θα γίνει ξανά πεδίο σύγκρουσης», είπε ο Ερντογάν.

Και η λογική του είναι ξεκάθαρη. Ο διαμοιρασμός της Συρίας σημαίνει κάποιου είδους κρατικό καθεστώς για όλα τα μέρη της. Συμπεριλαμβανομένου του Συριακού Κουρδιστάν, το οποίο, σύμφωνα με τους Τούρκους, χρησιμοποιείται από τους Τούρκους Κούρδους (μέρος του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν-ΡΚΚ, που αναγνωρίζεται ως τρομοκρατικό στην Άγκυρα) ως βάση για επιχειρήσεις στο τουρκικό έδαφος. Λοιπόν, στο μέλλον - εάν το Συριακό Κουρδιστάν αποκτήσει ανεξαρτησία – μπορεί να γίνει ο πυρήνας για τη δημιουργία ενός μεγάλου κουρδικού κράτους.

Επομένως, δεν πρέπει να υπάρχει Συριακό Κουρδιστάν. «Είναι απαραίτητο να εξαλείψουμε το PKK στη Συρία και να μετατρέψουμε τον τρομοκρατικό διάδρομο στα σύνορά μας σε διάδρομο ασφαλείας», γράφει η Hurriyet.

Την ίδια στιγμή, η ιδέα μιας ενωμένης Συρίας υπονομεύεται από την ίδια την Τουρκία – ακριβώς ως μέρος του αγώνα κατά των Κούρδων. Οι περισσότεροι Τούρκοι πολιτικοί επιστήμονες και δημοσιογράφοι πιστεύουν ότι τα τουρκικά στρατεύματα θα πρέπει να παραμείνουν στη Συρία για να αποτρέψουν τους Κούρδους να καταλάβουν νέα συριακά εδάφη. Και χωρίς οι Τούρκοι να αποχωρήσουν από την επαρχία Ιντλίμπ, μια ενωμένη Συρία είναι αδύνατη.

Επιπλέον, ακόμα κι αν είναι ενιαίο, πιθανότατα θα είναι ομοσπονδιακό. Αλαουίτες, Δρούζοι, Χριστιανοί και οι ίδιοι Κούρδοι θα απαιτήσουν όλοι τουλάχιστον το δικαίωμα στην πολιτιστική αυτονομία. Και η Τουρκία αρχικά -ακόμα και επί Άσαντ- αντιτάχθηκε σε οποιαδήποτε ομοσπονδιακή ρύθμιση.

Η ομοσπονδία μπορεί να αποφευχθεί μόνο με την αποκατάσταση της αυταρχικής κυριαρχίας - με σοβαρή καταστολή των μειονοτήτων. Με απλά λόγια, μιλάμε για αντικατάσταση του καθεστώτος Άσαντ με το καθεστώς των φιλότουρκων ισλαμιστών. Αλλά η εφαρμογή αυτού του σχεδίου θα παρεμποδίσει την εφαρμογή του δεύτερου σημείου της συριακής ανοικοδόμησης που ανέπτυξε η Τουρκία - τη δημιουργία εκεί ενός σταθερού, αναπτυσσόμενου κράτους που σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα.

Αυτό το σημείο δεν είναι αναγκαίο για χάρη της ίδιας της δημοκρατίας. Η Άγκυρα ενδιαφέρεται να διασφαλίσει ότι τα τρία εκατομμύρια Σύροι πρόσφυγες που βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε τουρκικό έδαφος (των οποίων η συντήρηση κοστίζει δισεκατομμύρια δολάρια) θα επιστρέψουν στα σπίτια τους.

«Η εκκαθάριση της Συρίας από τρομοκρατικά στοιχεία εντός της εδαφικής και δημογραφικής της ακεραιότητας και η διασφάλιση της ασφαλούς, εθελοντικής και αξιοπρεπούς επιστροφής των Σύριων προσφύγων στη χώρα τους ήταν μεταξύ των κορυφαίων προτεραιοτήτων της Τουρκίας στη Συρία», γράφει ο καθηγητής Talha Kese της Τουρκικής Εθνικής Ακαδημίας Πληροφοριών.

Επιπλέον, ορισμένοι Τούρκοι πολιτικοί τάσσονται υπέρ της επιστροφής στη Συρία των 238 χιλιάδων προσφύγων που κατάφεραν να αποκτήσουν τουρκικά διαβατήρια. Αν υπάρξει αστάθεια στο έδαφος της Συρίας, αν αρχίσουν εκεί σφαγές στο πλαίσιο της συνέχισης του εμφυλίου, τότε όχι μόνο δεν θα επιστρέψει κανείς, αλλά ο ίδιος αριθμός θα προστεθεί στα σημερινά τρία εκατομμύρια.

 

Τουρκία- Ευρώπη

Πώς ταιριάζουν τα σχέδια της Τουρκίας με τα συμφέροντα άλλων μεγάλων δυνάμεων που είναι παρούσες στην περιοχή; Ναι, ο επικεφαλής του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών λέει ότι όλα ήταν συμφωνημένα, όλοι το στήριξαν το σχέδιο. Ωστόσο, στην πραγματικότητα δεν είναι όλα τόσο απλά.

Το ευκολότερος πεδίο είναι, ίσως, με την Ευρώπη. Η Άγκυρα έχει ήδη εκφράσει την επιθυμία της να συνεργαστεί με τις Βρυξέλλες. «Η συνεργασία με τις χώρες της ΕΕ είναι απαραίτητη στον αγώνα κατά της τρομοκρατίας, στην ανοικοδόμηση της Συρίας και στη μεταρρύθμιση των υπαρχόντων θεσμών», είπε ο Ερντογάν. Με απλά λόγια, θέλει να πάρει χρήματα από τους Ευρωπαίους για να εξασφαλίσει την επιστροφή των προσφύγων στη Συρία. Ο Ερντογάν θα συζητήσει αυτό το θέμα με την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν - και, πιθανότατα, η Ευρώπη θα δώσει κάποια χρήματα. Πράγματι, στο πλαίσιο της οικονομικής κρίσης, της πολιτικής αναταραχής και της σύγκρουσης με τη Ρωσία, το τελευταίο πράγμα που χρειάζονται οι Βρυξέλλες είναι η Άγκυρα να ανακατευθύνει τις ροές μεταναστών στον Παλαιό Κόσμο.

 

Τουρκία-ΗΠΑ-Ισραήλ

Είναι πιο δύσκολο με τους Αμερικανούς. Αν τα κουρδικά στρατεύματα είναι τρομοκράτες για τον Ερντογάν, τότε για τις Ηνωμένες Πολιτείες αποτελούν προπύργιο στη Συρία. Ένα εργαλείο με το οποίο μπορούν να ελέγξουν την κατάσταση τόσο στη Συρία όσο και στο γειτονικό Ιράκ. Και επιπλέον, σύμφωνα με τη γνώμη πολλών ειδικών, με τη βοήθεια των Κούρδων η Συρία μπορεί να διαλυθεί περαιτέρω.

«Το Ισραήλ και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θέλουν σταθερότητα στη Συρία για το προβλέψιμο διάστημα. Προσπαθούν να δημιουργήσουν ελεγχόμενο χάος για να λύσουν το πρόβλημα του Λιβάνου και της Παλαιστίνης υπέρ του Ισραήλ», γράφει ο απόστρατος Τούρκος ναύαρχος Türker Ertürk. Αλλά η Τουρκία δεν χρειάζεται χάος που δεν ελέγχεται από αυτήν. «Είναι προς το συμφέρον της Τουρκίας να εξαλείψει ξένες δυνάμεις που προσπαθούν να ασκήσουν καταστροφική επιρροή στη Συρία», γράφει ο καθηγητής Talha Kese της Τουρκικής Εθνικής Ακαδημίας Πληροφοριών. Το μόνο ερώτημα είναι πώς να διώξει τους Αμερικανούς;

 

Τουρκία-Αραβικές χώρες

Δεν μπορεί να διώξει ούτε τους Άραβες. Πρέπει να διαπραγματευτεί μαζί τους. «Οι αραβικές χώρες, ως επί το πλείστον, ήταν επιφυλακτικές για τα γεγονότα στη Συρία. Ναι, πολλοί από αυτούς συμμετείχαν στην απόπειρα ανατροπής του προέδρου Μπασάρ Άσαντ την προηγούμενη φορά, μαζί με τους Αμερικανούς και τους Τούρκους. Αλλά μετά την αποτυχία αυτών των σχεδίων, ορισμένα αραβικά κράτη εξομάλυναν τις σχέσεις με τη Συρία. Και τώρα οι Άραβες ανησυχούν από τη δραστηριότητα της Τουρκίας. Ανεξάρτητα από το πόσο εκτείνονται τα σχέδια της Άγκυρας, αυτό τους κάνει ήδη να ανησυχούν», εξηγεί η διεθνής πολιτικός επιστήμονας και εμπειρογνώμονας του RIAC Elena Suponina στην εφημερίδα VZGLYAD.

Ακόμη και πριν από την ήττα του Άσαντ, οι Άραβες ανησυχούσαν πολύ για τη δραστηριότητα της Τουρκίας τόσο στη Συρία (στην Ιντλίμπ) όσο και στον Περσικό Κόλπο (αμυντικές συμφωνίες με το ίδιο Κατάρ). Όλοι γνωρίζουν ιστορία και θυμούνται πώς υπέφερε η περιοχή κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας - και πιστεύουν ότι ο Ερντογάν θέλει να αποκαταστήσει αυτήν την κυριαρχία.

Επιπλέον, στους Άραβες δεν αρέσει η ιδεολογία των νέων ηγετών της Συρίας. «Οι ομάδες που ήρθαν στην εξουσία στη Συρία δεν ήταν ακριβώς αυτές που ταίριαζαν στα περισσότερα αραβικά κράτη. Στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία και μια σειρά από άλλες χώρες του Κόλπου, ο ριζοσπαστικός ισλαμισμός αντιμετωπίζεται πλέον με κάποια επιφυλακτικότητα. Ως εκ τούτου, οι Άραβες έχουν λάβει στάση αναμονής και παρακολουθούν τις εξελίξεις», συνεχίζει η Έλενα Σουπονίνα.

 

Τουρκία-Ρωσία

Όσο για τη Ρωσία, είναι πολύ πιθανό ο Ερντογάν να έρθει σε συμφωνία μαζί της. Η Μόσχα ενδιαφέρεται για τρία πράγματα.

Πρώτον, τη διατήρηση και την ασφάλεια των βάσεων στη Λαττάκεια και στην Ταρτούς, χωρίς τις οποίες θα είναι εξαιρετικά δύσκολο να εργαστεί κανείς στην Αφρική. Οι μαχητές που ελέγχονται από την Τουρκία μπορούν να την παρέχουν - οι βάσεις δεν τους εμποδίζουν με κανέναν τρόπο και ίσως γίνουν και πηγή κερδών (πράγμα εξαιρετικά σημαντικό στη φτωχή Συρία).

Δεύτερον, την εξάλειψη εκείνων των τρομοκρατών που ήρθαν από τη Ρωσία και την Κεντρική Ασία και θέλουν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους - φυσικά, για να πραγματοποιήσουν τρομοκρατικές δραστηριότητες. Εδώ, επίσης, μπορεί κανείς να βρει κατανόηση από τις νέες αρχές στη Δαμασκό - δεν χρειάζονται πραγματικά αυτούς τους μισθοφόρους, ειδικά λαμβάνοντας υπόψη τις περιορισμένες χρηματοδοτικές δυνατότητες στη Συρία. Οι τρομοκράτες κατανοούν ότι για να κυβερνήσουν με επιτυχία το κράτος πρέπει να εγκαταλείψουν τις ιδέες του παγκόσμιου τζιχάντ - διαφορετικά θα καταστραφούν όλοι από τους πιθανούς στόχους αυτής της τζιχάντ.

Τέλος, τρίτον, είναι η διασφάλιση των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, ιδιαίτερα των χριστιανών. Και εδώ, φυσικά, είναι πιο περίπλοκο - πολλοί ισλαμιστές βλέπουν τους χριστιανούς ως νόμιμο στόχο. Και αν υπήρχαν 1.200 χριστιανοί στην Ιντλίμπ πριν από την άφιξή τους, τώρα, σύμφωνα με ορισμένες πηγές, έχει απομείνει μόνο μια εκπρόσωπος- μια 76χρονη γυναίκα. Είναι πιθανό ότι αντικείμενο συμφωνιών θα είναι ο εκτοπισμός αυτών των χριστιανών σε χριστιανικές χώρες. Συμπεριλαμβανομένης της ίδιας Ρωσίας. Άλλωστε, η Ρωσία είναι πλέον ο υπερασπιστής των συντηρητικών αξιών. Συμπεριλαμβανομένων των χριστιανικών.

 

 

Κείμενο: Gevorg Mirzayan, Αναπληρωτής Καθηγητής, Οικονομικό Πανεπιστήμιο

 

Πηγή: https://vz.ru/world/2024/12/13/1303120.html

Τετάρτη 11 Δεκεμβρίου 2024

Το φάντασμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας πάνω από τη Συρία

Αντρέι Πολόνσκι, συγγραφέας, ιστορικός

 

Συνήθως μιλάμε για τη γεωπολιτική κατάσταση σε σχέση με τη συλλογική Δύση (ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία) και την Ανατολή - τον αραβικό κόσμο, την Ινδία και την Κίνα. Αλλά η σκιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υψώνεται σε όλο της το μέγεθος ενώπιόν μας – για παράδειγμα, στη Συρία.

 

Η νύχτα της 8ης Δεκεμβρίου ήταν δύσκολη. Οι Σύροι αντάρτες, τους οποίους έχουμε συνηθίσει να αποκαλούμε τρομοκράτες και μαχητές (αλλά οι όροι δεν είναι πρόβλημα· σύντομα οι διπλωμάτες όλων των εμπλεκομένων μερών θα πρέπει να διαπραγματευτούν μαζί τους με τον έναν ή τον άλλον τρόπο), εισέβαλαν στη Δαμασκό. Μια νέα, εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση έχει δημιουργηθεί για εμάς, ειδικά με φόντο τον πόλεμο της Ουκρανίας, τόσο στρατιωτικά και πολιτικά όσο και ψυχολογικά. Αλλά η πραγματικότητα πρέπει πάντα να γίνεται αποδεκτή ως έχει.

Ο Ιρανός δημοσιογράφος Khayal Muazzin έγραψε στα κοινωνικά δίκτυα: «Οι άνθρωποι της Συρίας που πρόδωσαν τη χώρα τους και τον Μπασάρ αλ Άσαντ, να μην ξεχάσουν αυτά τα λόγια. Θα μετανιώσετε πικρά για την προδοσία σας... Αυτό που κάνουν οι Ταλιμπάν στον λαό τους στο Αφγανιστάν θα φαίνεται μικρότερο κακό σε σύγκριση με αυτό που θα κάνουν σε εσάς οι Ουαχαμπίτες τρομοκράτες».

«Ο Άσαντ έπεσε και ο Ερντογάν κέρδισε», έγραψε η κόρη του Ερντογάν σε ένα tweet στη μέση της νύχτας.

Θα δούμε πώς θα εξελιχθούν τα γεγονότα, αλλά μόνο ένα πράγμα είναι ξεκάθαρο. Η Τουρκία του Ατατούρκ, που μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο βρήκε διέξοδο στη δημιουργία τουρκικού εθνικού κράτους και μάλιστα μετέφερε -και ως συμβολική κίνηση- την πρωτεύουσα από την Κωνσταντινούπολη βαθιά στη Μικρά Ασία, στην Άγκυρα, γίνεται παρελθόν.

Επιστρέφει η Οθωμανική Αυτοκρατορία; Ακόμα παραμένει ένα ερώτημα. Σε κάθε περίπτωση, οι Τούρκοι μιλούν ήδη σοβαρά για την προσάρτηση του Χαλεπίου. Οι φιλοτουρκικές δυνάμεις, και είναι πολλές εκεί, σύμφωνα με διάσπαρτες πληροφορίες που φτάνουν σε εμάς, έχουν δραστηριοποιηθεί πολύ στην πόλη. Οι Τούρκοι κάνουν τα πάντα για να διασφαλίσουν ότι το πραξικόπημα στο Χαλέπι θα γίνει χωρίς ακρότητες.

Πρέπει να μην λησμονούμε την ιστορία εδώ. Η σύγχρονη Συρία είναι μια τυπική μετα-αποικιακή οντότητα. Στην αρχαιότητα και τον Μεσαίωνα, ήταν μια από τις διασημότερες περιοχές της Μέσης Ανατολής, αλλά ποτέ δεν υπήρξε ξεχωριστό ενιαίο κράτος στα εδάφη της. Υπήρχε η Μεγάλη Αρμενία, η ελληνιστική δύναμη των Σελευκιδών, η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, το Χαλιφάτο, οι Σταυροφόροι, οι Μαμελούκοι και, τέλος, από το 1517, η Οθωμανική Αυτοκρατορία. Την παραμονή του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, η γεωγραφική περιοχή της σημερινής Συρίας αποτελούσε μέρος τριών οθωμανικών βιλαετιών - της Βηρυτού, του Χαλεπίου και της Δαμασκού.

Το 1922, η Γαλλία έλαβε Εντολή της Κοινωνίας των Εθνών για αυτά τα αρχαία εδάφη. Το 1926, η περιοχή χωρίστηκε σε Συρία και Λίβανο. Το 1941, ο Ντε Γκωλ έδωσε στους Σύρους ανεξαρτησία, την οποία καθυστέρησε μέχρι το τέλος του πολέμου. Το 1945, η ανεξαρτησία της Συρίας έγινε γεγονός. Από το 1963, το Αραβικό Σοσιαλιστικό Κόμμα Αναγέννησης βρίσκεται στην εξουσία, ενώ από το 1970 θα είναι με επικεφαλής τον Χαφέζ αλ Άσαντ, τον πατέρα του σημερινού Μπασάρ και σύμμαχο της Σοβιετικής Ένωσης. Ο Χαφέζ αλ Άσαντ πέθανε το 2000. Από το 2011 ξεκίνησε ένας εμφύλιος πόλεμος στη χώρα. Τη συνέχεια την γνωρίζουμε.

Πρέπει να καταλάβουμε ότι σύμφωνα με τους Τούρκους, αυτά τα εδάφη είναι όπως για τους Ρώσους ο μετασοβιετικός χώρος, οι δημοκρατίες της πρώην ΕΣΣΔ. Μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, η Οθωμανική Αυτοκρατορία υπέστη, όπως αναφέρεται σήμερα, μια στρατηγική ήττα. Η ιδεολογία του ιδρυτή της Τουρκικής Δημοκρατίας, Κεμάλ Ατατούρκ, χτίστηκε πρωτίστως πάνω στην επιθυμία να διατηρηθεί αυτό που μπορούσε να διατηρηθεί. Ένα εθνικό σπίτι για τους Τούρκους.

Έχουν περάσει εκατό χρόνια από τότε και φαίνεται ότι όλα αυτά ανήκουν στο παρελθόν. Αλλά η ιστορική μνήμη είναι δύσκολο να καταστεί αντικείμενο επεξεργασίας και αλλαγής. Ο κόσμος προφανώς έχει αρχίσει να κινείται και έχει χάσει το σημείο ισορροπίας του. Θα είναι δυνατή η επαναφορά του μόνο σε κάποιο άλλο επίπεδο, που δεν είναι ακόμη προφανές σε εμάς. Και θα αφορά όλους μας.

Ο Ερντογάν ήρθε στην εξουσία επάνω στο κύμα του νεοοθωμανισμού και της αντίθεσης στον κοσμικό εθνικισμό των κεμαλικών, που κυβέρνησαν τη χώρα σχεδόν για ολόκληρο τον 20ό αιώνα. Αν καταφέρει να κρατήσει τη νίκη στη Συρία, θα είναι το οριστικό τέλος της εποχής του Ατατούρκ και η αρχή μιας νέας εποχής στην τουρκική εθνική ταυτότητα.

Το Χαλέπι ή Αλέππο θεωρείται σε αυτό το πλαίσιο ως μια εξαιρετική προσθήκη στην τουρκική επαρχία Χατάι με πρωτεύουσα την Αντάκια. Ή Αντιόχεια. Η τουρκική Antakya μέχρι το συριακό Χαλέπι η απόσταση είναι μικρή, το μήκος του αυτοκινητόδρομου 101 χιλιόμετρα, το πολύ μιάμιση ώρα με το αυτοκίνητο.

Ταυτόχρονα, η επαρχία Χατάι είναι η μόνη τουρκική επαρχία με κυρίαρχο αραβικό πληθυσμό και έχει ιδιαίτερη ιστορία. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, η επαρχία Χατάι ήταν μέρος της Γαλλικής Συρίας. Το 1936, οι Τούρκοι υπέβαλαν καταγγελία στην Κοινωνία των Εθνών απαιτώντας την προσάρτηση της επαρχίας στην Τουρκία. Οι Γάλλοι έδωσαν αυτονομία στην Χατάι και διεξήγαγαν εκλογές για τοπική συνέλευση. Η συνέλευση ψήφισε αμέσως υπέρ της ανεξαρτησίας της Δημοκρατίας της Χατάι (το όνομα προτάθηκε από τον ίδιο τον Ατατούρκ). Λίγους μήνες αργότερα διοργανώθηκε δημοψήφισμα και το 1939, την παραμονή του ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η Χατάι έγινε βιλαέτι της Τουρκίας.

Η τρέχουσα δραστηριότητα των Τούρκων στο Χαλέπι είναι ένα είδος συνέχειας της ιστορίας της Χατάι. Ο Ερντογάν προχωρά. Απέκτησε το Καραμπάχ για τους πληρεξούσιους του στο Αζερμπαϊτζάν. Και οι «Bozkurts» ή «Γκρίζοι Λύκοι» - ακραίοι υποστηρικτές της ιδεολογίας του παντουρκισμού, οι οποίοι στα τέλη του 20ου αιώνα βρίσκονταν υπό την αυστηρότερη απαγόρευση στην Τουρκία και αναγνωρίστηκαν ως τρομοκρατική οργάνωση σε πολλές χώρες της μετασοβιετικής εποχής. διάστημα - εδώ και καιρό ποθούν την Κριμαία.

Συνήθως μιλάμε για τη γεωπολιτική κατάσταση σε σχέση με τη συλλογική Δύση (ΗΠΑ, Βρετανία, Γερμανία) και την Ανατολή - τον αραβικό κόσμο, την Ινδία και την Κίνα. Αλλά η σκιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας υψώνεται σε όλο της το μέγεθος ενώπιόν μας. Δεν πρέπει να παραλείπεται αυτό το αμετάκλητο γεγονός κατά την ανάλυση της κατάστασης.

Μεταξύ Δύσης και Ανατολής υπάρχει ένας ακόμη ανεξάρτητος παίκτης. Και το αν πρέπει κανείς να χαίρεται πάντα για αυτήν την ανεξαρτησία του παίχτη αυτού παραμένει ένα μεγάλο ερώτημα.

Κάποτε, ο Ρώσος φιλόσοφος και μυστικιστής Daniil Andreev βρήκε ένα πολύ εύστοχο όνομα για αυτό το φαινόμενο που μπορεί να ονομαστεί ο «δαίμονας του κρατισμού» - witsraor. Ο Τούρκος witzraor -για να χρησιμοποιήσω την ορολογία του Andreev- ήταν άρρωστος και αδύναμος για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ανάρρωσε. Αν τριπλασιαστεί η όρεξή του, θα αντιμετωπίσουμε μια πολύ σοβαρή πρόκληση.

 

Πηγή: https://vz.ru/opinions/2024/12/9/1302301.html