Κονσταντίν Λεοντιεφ
Βλαντιμίρ Σολοβιόφ, ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ, Δοκίμια Ιστορίας και Φιλοσοφίας,
Εισαγωγή - Μετάφραση Όλεγ Τσυμπένκο, εκδ. Καστανιώτη, 2018.
Απέναντι στον διαφωτισμό και στη ρασιοναλιστική σκέψη,
που γέννησε ο 18ος αιώνας, έχει καθιερωθεί να χαρακτηρίζεται ως
αντίποδας ο δυτικοευρωπαϊκός, και ιδιαιτέρως, ο γερμανικός ρομαντισμός. Ωστόσο,
οι σπόροι του Σέλλινγκ βρήκαν γόνιμο
έδαφος και άνθισαν και στη ρωσική γη. Μόνον που εδώ οι πνευματικοί ανθοί
προήλθαν από διαφορετικές συνθέσεις, λόγω της σύστασης των κοινωνικών και
εθνολογικών υποστρωμάτων της αυτοκρατορίας. Τις ώρες που η θετική σκέψη σάρωνε
την ευρωπαϊκή ήπειρο, στη Ρωσία, παράλληλα με τις ιδέες του Βολταίρου, αναβίωνε ο βυζαντινός
μοναχισμός και η παράδοση των γερόντων. Σε άμεση επαφή με το Άγιο Όρος άρχισαν
να ξεφυτρώνουν μονές, όπως η Όπτινα Πούστιν, και να μεσουρανούν πνευματικοί
ταγοί, όπως ο Παΐσιος Βελιτσκόβσκι και
ο Τύχων Ζαντόνσκι.
Τελικώς, όλος ο ρωσικός 19ος αιώνας θα
διαχέεται από δύο μεγάλα πνευματικά ρεύματα, με πολλά παρακλάδια, αλλά και,
εμφανείς ή αφανείς, μεταξύ τους αλληλοεπιδράσεις: τα κινήματα των σλαβόφιλων
και των δυτικόφιλων. Κοινός τελικός στόχος τους το όραμα της νέας Ρωσίας, που
ως ευρασιατική αυτοκρατορία, με χαοτικές ταξικές, εθνοτικές, πολιτισμικές και
θρησκευτικές αντιθέσεις, ανίχνευε την ταυτότητά της στον κόσμο. Η σύγκριση in
situ που προκλήθηκε από την επαφή με τον
δυτικοευρωπαϊκό πολιτισμό, όταν τα νικηφόρα ρωσικά στρατεύματα προήλασαν ως το
Παρίσι του Ναπολέοντα, θα προκαλέσει
ένα βαθύ σοκ, που δεν θα εγκαταλείψει έκτοτε τους Ρώσους. Η αγωνιώδης αναζήτηση
της εθνικής αυτοσυνειδησίας θα πορεύεται πλέον με αυτήν της προσωπικής αλλά και
της πανανθρώπινης. Κάθε νέα θεωρία φιλοδοξούσε σε τίποτε λιγότερο από το ίδιο
το αληθινό νόημα της ιστορίας και της ζωής.
Εντός αυτού του μανιασμένου αγώνα, που θα έπαιρνε
θυελλώδεις πολιτικές διαστάσεις και θα κατέληγε στις μεγάλες επαναστάσεις του
20ού αιώνα, ένα σημαντικό τμήμα της διανόησης έψαξε τις βαθιές ρίζες της
ρωσικής ζωής για να τις αναγεννήσει και να τις αντιτάξει στο ευρωπαϊκό υλιστικό
πρότυπο. Στα μονοπάτια αυτά ήταν που συναντήθηκε ο ρομαντισμός με την βυζαντινή
παράδοση.
Ένας από τους σημαντικότερους εκπροσώπους αυτού του
ρεύματος, που δεν ήταν ακραιφνής σλαβόφιλος, ενώ συνάμα υπήρξε σφοδρός πολέμιος
του πανσλαβισμού και λάτρης του ελληνισμού, ήταν ο Κονσταντίν Λεόντιεφ
(1831-1891). Επρόκειτο για μια πνευματική μορφή που, αν και επηρέασε στοχαστές
όπως τους Ν. Μπερντιάγιεφ, Σ.
Τρουμπετσκόι, Σ. Μπουλγκάκοφ, Β. Ροζανοφ, Σ. Φρανκ, Π. Στρούβε, Π. Μιλιουκόφ, ξεχάστηκε στις σοβιετικές
δεκαετίες, καθώς υπήρξε «μισητός και απεχθής για το αριστερό στρατόπεδο», χωρίς
όμως να είχε γίνει κατανοητός και από την «δεξιά»∙ για να ανασυρθεί και πάλι
στην μετασοβιετική Ρωσία, κερδίζοντας τις δάφνες που δεν έδρεψε όσο ήταν εν
ζωή. Πλέον, φτάνουν να τον συγκρίνουν με τον Νίτσε
και τον Σπένγκλερ, των οποίων θα
μπορούσε να θεωρηθεί πρόδρομος. Στην Ελλάδα έχουμε την δυνατότητα, έστω και
καθυστερημένα, να διαβάσουμε, στο βιβλίο με τον τίτλο «Το Βυζάντιο στη Ρωσία», το σημαντικότερο έργο του «Ο Βυζαντινισμός και οι Σλάβοι»(1875), σε
μια εξαίρετη μετάφραση του Όλεγ Τσυμπένκο, ο οποίος μας προσφέρει επίσης μια εκτενή
και διαφωτιστική εισαγωγή, καθώς και ένα δοκίμιο του φιλοσόφου Βλαδίμηρου
Σολοβιόφ, «Ο Βυζαντινισμός και η Ρωσία»
(1896), που συνεισφέρει στην κατανόηση των αντιθέσεων γύρω από την προσέγγιση
του Βυζαντίου στη Ρωσία του 19ου αιώνα.