Η
κατανόηση υψηλών πνευματικών μεγεθών δεν είναι ποτέ μονοσήμαντη. Η θεώρηση του
έργου τους είναι πολλαπλή και οι οπτικές γωνιές της ανάλυσής τους ανεξάντλητες∙
μεταβαλλόμενες από την αλλαγή των εποχών. Η σχέση που δημιουργείται κατά την
προσέγγισή τους είναι αμφίδρομη, υπερβαίνει τα όρια της στεγνής φιλολογίας, και
στοχεύει γονιμοποιητικά στον οντολογικό πυρήνα του αναζητητή της αλήθειας. Ως
εκ τούτου, δεν θα μπει ίσως ποτέ μια οριστική τελεία στην ερμηνεία σπουδαίων
έργων και σημαντικών προσωπικοτήτων.
Τα
όσα προαναφέρθηκαν μπορούν κάλλιστα να συμπεριλάβουν και το καβαφικό έργο, το
οποίο αναντίρρητα έχει θέση στον Όλυμπο της διαχρονικής ελληνικής γραμματείας.
Κάθε, επομένως, ειλικρινής προσπάθεια για να διατυπωθούν νέες ή να
εμπλουτιστούν παλαιότερες κατανοήσεις είναι καλοδεχούμενη. Όπως αυτή που
κρατάμε σήμερα στα χέρια μας, του καλού φίλου, του Χρήστου του Αλεξάνδρου. Στο
πόνημά του ο συγγραφέας εξετάζει, με εργαλείο την υπάρχουσα βιβλιογραφία, τη
σχέση του ποιητή με τον χριστιανισμό, την εκκλησία, το Βυζάντιο και την
πατρίδα. Σ’ αυτό προβάλλει τη δική του πρόταση και παίρνει θέση για ένα ζήτημα
που έχει προβληματίσει ή και διχάσει πολλούς από όσους έσκυψαν στο έργο και στο
βίο του μεγάλου Αλεξανδρινού.
Η εργασία του Χ.Α. έχει γίνει με την δέουσα
σοβαρότητα και την επιστημονική αρτιότητα, που δεν εξαφανίζουν εντούτοις τις
συναισθηματικές αποχρώσεις. Χαρακτηριστικά που διέπουν όλα τα μέχρι σήμερα
γραπτά του, και όποιος τα έχει διαβάσει θα συμφωνήσει επ’ αυτού. Όπως θα
συμφωνήσει ότι ο Χ.Α. έχει ως πρώτιστη έγνοια του την πατρίδα και τον
ελληνισμό. Αγωνιά, όπως ο κάθε συνειδητοποιημένος Έλληνας για την πορεία του
έθνους, για τις σοβαρές εξωτερικές αλλά και εσωτερικές επιθέσεις που δέχεται, οι
οποίες απειλούν την ίδια την ύπαρξή του. Προβληματίζεται για την αλλοίωση της
ταυτότητάς μας, την απίσχναση των βασικών της χαρακτηριστικών, που σωρεύθηκαν
και χαλυβδώθηκαν μέσα σε χιλιετίες ιστορικών περιπετειών. Και για το λόγο αυτό
στρέφεται προς την ιστορία και στον ελληνικό λόγο. Επιζητά μέσα από την έρευνά
του να αντιτάξει στέρεα επιχειρηματολογική βάση απέναντι σε καινοφανείς
θεωρίες, οι οποίες, ενίοτε αντιεπιστημονικά και σχεδόν πάντα δογματικά,
επιδιώκουν να αφαιρέσουν την πεποίθηση της συνέχειας του ελληνισμού, να
υποβιβάσουν, ακόμη και να χλευάσουν τις μεγάλες ιστορικές καμπές του
παρελθόντος μας, να μικρύνουν τα μεγέθη των προσωπικοτήτων που λάμπρυναν αυτή
την ιστορία. Ο Χ.Α. ανήκει σε μια νέα χορεία ιστορικών που προσπαθεί, σε
αντίξοο αν όχι εχθρικό περιβάλλον, να κάνει ότι έκανε ο Παπαρηγόπουλος και ο
Ζαμπέλιος απέναντι στις θεωρίες του Φαλμεράγιερ τον 19ο αιώνα. Γιατί νέοι, γηγενείς
επί το πλείστον, Φαλμεράγιερ, επηρεασμένοι όμως άμεσα από τα αποικιοκρατικά
κέντρα και τις θεωρίες τους, θέλουν να αποδώσουν τη συλλογική μας ταυτότητα στο
φαντασιακό, ως μια κατασκευή τεχνητή απόρροια συγκροτημένης προπαγάνδας του
ελλαδικού κράτος. Ένα κράτος που, ανάμεσα στα άλλα, έβαλε στα κεφάλια των
Κυπρίων τη «τρελή» ιδέα ότι είναι Έλληνες. Και να τους κάνει να προβούν σε
τέτοιες «ανάρμοστες πράξεις», όπως ο αντιαποικιακός αγώνας, ο αγώνας για την Ένωση.