Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2015

Οι βασικές κατευθύνσεις της παρέμβασης Πούτιν στο “Valdai Club” -2015



Κατά τη διάρκεια της ετήσιας συνάντησης στο «Valdai International Discussion Club» μίλησαν, όπως ήταν φυσικό, κυρίως για τη Συρία και τον πόλεμο με το Χαλιφάτο. Και για πρώτη φορά σε αυτό το κλαμπ, που εξ αρχής ήταν προσανατολισμένο προς τη Δύση, δίπλα στον Πούτιν εμφανίστηκε ένας ηγέτης του Ιράν –σύμμαχος της Ρωσίας στη συριακή επιχείρηση και βασικός εταίρος στην υπόθεση της δημιουργίας μιας νέας, δίκαιης παγκόσμιας τάξης. 
Το ίδιο το θέμα της συνάντησης «Πόλεμος και Ειρήνη» έδωσε αφορμή στον Πούτιν να μιλήσει για το ότι, η πολεμική ορολογία ακούγεται τώρα πρακτικά σε όλες τις σφαίρες της ζωής –αλλά το όριο της χρήσης βίας στο τελευταίο τέταρτο του αιώνα ήδη εμφανώς μειώθηκε. Την ίδια ώρα, σε αντίθεση με τα προηγούμενα χρόνια, ο Πούτιν ήδη μιλούσε όχι προειδοποιητικά για μελλοντικές βαριές συνέπειες, αλλά ως κάποιος που συμμετέχει στη σύγκρουση. 
Αυτό φάνηκε και στην πιο οξεία φράση της ομιλίας του: «πριν από 50 χρόνια οι δρόμοι του Λένινγκραντ με έμαθαν έναν κανόνα: εάν υπάρχει απειλή, πρέπει εσύ να κτυπήσεις πρώτος». Αυτό ειπώθηκε για τη τρομοκρατική απειλή ενάντια στη Ρωσία, ότι είναι καλύτερο να την κτυπήσεις σε ξένο έδαφος, και να μη περιμένεις να έλθουν στο δικό σου –αλλά γίνεται αντιληπτό ότι είχε σχέση γενικά με τις γεωπολιτικές προκλήσεις, που εγείρονται ενώπιον της Ρωσίας. Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι αύριο κιόλας θα κινηθούν φάλαγγες τεθωρακισμένως προς το Κίεβο ή θα αρχίσουμε να βομβαρδίζουμε το Αφγανιστάν –δείχνει, όμως, πως αισθάνεται ο ίδιος ο Πούτιν και η Ρωσία έπειτα από την Κριμαία και τη Συρία. Γι’ αυτό ο πρόεδρος μίλησε για τον πόλεμο ως ρεαλιστής –«η στρατιωτική δύναμη, παραμένει, και αναμφίβολα, θα είναι για πολύ καιρό ακόμη όργανο της διεθνούς πολιτικής. Καλό κακό, αυτή είναι η πραγματικότητα». Παράλληλα, ο πρόεδρος κριτικάρει την χρήση της με όποια αφορμή «μερικές φορές απλά έτσι, ώστε να υπενθυμίσει στον κόσμο, ποιος είναι το αφεντικό, το οποίο δεν σκέφτεται ούτε την νομιμότητα της χρήσης βίας ούτε τις συνέπειες χρήσης της, μη λύνοντας προβλήματα αλλά μόνον πολλαπλασιάζοντάς τα».

Επανειλημμένα υπενθύμισε το ποιος είναι ο ένοχος για την έκρηξη των προβλημάτων, μεταξύ αυτών και στη Μέση Ανατολή – «το εκρηκτικό μείγμα αυξήθηκε και, παρ’ όλα αυτά, η προσπάθεια με χοντροκομμένο τρόπο  να αναδιαταχθεί απ’ έξω η περιοχή, έγινε το σπίρτο που οδήγησε σε πραγματική έκρηξη, στη διάλυση κρατικών οντοτήτων, στην αναβίωση της τρομοκρατίας και τελικώς στην αύξηση των κινδύνων γιά όλο τον κόσμο». Ο Πούτιν, εντούτοις, δεν απείλησε ούτε κατέκρινε κάποιον πολύ έντονα. Διότι το να επαναλαμβάνεις όσα έχουν ειπωθεί δεν έχει ενδιαφέρον και αυτή τη φορά μίλησε για το ότι «πρέπει να συμφωνήσουμε. Σε τελική ανάλυση ο πραγματισμός πρέπει να νικήσει. Και αυτό αφορούσε τόσο τη Συρία όσο και την παγκόσμια τάξη.
Όχι, ο Πούτιν δεν άπλωσε χείρα φιλίας στις ΗΠΑ, δεν πρόκειται να κάνει υποχωρήσεις και δεν περιμένει ότι θα τις κάνει η Ουάσιγκτον ή κάποιος άλλος – τόνισε ακριβώς το πραγματιστικό συμφέρον, δηλαδή την ανάγκη αναγνώρισης της πραγματικότητας. Η οποία συνίσταται στο ότι, ο ανταγωνισμός –την λέξη αυτή ο Πούτιν την προτιμά από την λέξη «αντιπαράθεση»- υφίστατο και θα υφίσταται πάντα, αλλά το σημαντικότερο στο οποίο η Ρωσία επιμένει, είναι αυτός να τεθεί «σε πλαίσια καθορισμένων πολιτικών, δικαιικών, ηθικών προτύπων και κανόνων». Εάν δεν υπάρχουν τέτοιοι κανόνες, τότε η αντιπαλότητα, η σύγκρουση συμφερόντων, θα εκδηλώνει οξείες κρίσεις και δραματικές αποτυχίες, είπε ο Πούτιν. Και πρόσθεσε ότι εκ νέου ερχόμαστε αντιμέτωποι με απόπειρες να προωθηθεί με όλα τα μέσα το μοντέλο της μονομερούς κυριαρχίας, που οδήγησε στην ανισορροπία του συστήματος του διεθνούς δικαίου και της παγκόσμιας διακυβέρνησης –και αυτό «συνεπάγεται την απειλή ο ανταγωνισμός- ο πολιτικός, οικονομικός, στρατιωτικός- να γίνει ανεξέλεγκτος». 
Ο Πούτιν ενάντια στο χάος, που μπορεί να οδηγήσει στην καταστροφή, μεταξύ άλλων και στη στρατιωτική –πεισματικά προτείνει την από κοινού επεξεργασία νέων κανόνων. Το γεγονός ότι οι ΗΠΑ δεν το επιθυμούν, δεν σημαίνει ότι διαθέτουν άλλη επιλογή. Κα στο παράδειγμα της συριακής κρίσης, ο Πούτιν υποδεικνύει ακριβώς την έλλειψη εναλλακτικής επιλογής εκτός αυτής της κοινής δράσης εναντίον του Χαλιφάτου.  Κατηγόρησε ευθέως τις ΗΠΑ για διπλό παιχνίδι –κηρύττουν πόλεμο στους τζιχαντιστές και την ίδια ώρα προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν ένα τμήμα τους ώστε να μετακινήσουν πιόνια στη μεσανατολική σκακιέρα προς το συμφέρον τους – συμπληρώνοντας ότι «δεν είναι δυνατόν να πετύχουμε στον αγώνα εναντίον γενικά της τρομοκρατίας, εάν μέρος των τρομοκρατών χρησιμοποιείται ως πολιορκητικός κριός εναντίον ανεπιθύμητων καθεστώτων». Και προειδοποίησε ότι θεωρεί  φρούδες τις ελπίδες να συμφωνήσουν σε κάτι μαζί τους ή να τους εκτοπίσουν μετά τους τρομοκράτες από την εξουσία.
Στην ουσία, έπειτα από την έναρξη της ρωσικής επιχείρησης, οι ΗΠΑ δεν έχουν πιά τη δυνατότητα να μην περάσουν σε ενεργητική δράση κατά του Χαλιφάτου. Διαφορετικά δεν θα μπορέσουν να αποτρέψουν το Ιράκ από το να στραφεί προς τη Ρωσία για βοήθεια. Ταυτόχρονα, η άρνησή τους για συντονισμό δράσης με τη Μόσχα επίσης δεν μπορεί να διατηρηθεί για πολύ. Και ο Πούτιν κατέστησε σαφές ότι οι Αμερικανοί ήδη από μόνοι τους είναι έτοιμοι να το παραδεχθούν.
Πρώτον είπε ότι «είμαστε κοντά στο να ξεκινήσουμε την ανταλλαγή πληροφοριών με τους δυτικούς μας συναδέλφους για τις θέσεις και κινήσεις των μαχητών», χαρακτηρίζοντας αυτό ως βήμα σε σωστή κατεύθυνση. «Το σημαντικό είναι να αντιληφθούμε ο ένας τον άλλον ως σύμμαχο στο κοινό αγώνα, να συμπεριφερόμαστε καθαρά και ανοιχτά». Και δεύτερον ότι η Ουάσιγκτον στην πραγματικότητα δεν σκέφτεται το ίδιο μα αυτό που λέει, και το συσχέτισε με την ιστορία της αποστολής του Μεντβιέντεφ στον Ομπάμα: «Έχουμε ήδη προτείνει, στη πρώτη φάση στρατιωτική αντιπροσωπεία να ερχόταν στη Μόσχα και ύστερα είπα ότι είμαστε έτοιμοι να αποστείλουμε αντιπροσωπεία στο ανώτατο πολιτικό επίπεδο με επικεφαλής τον αρχηγό της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας … Αλλά μας ανακοινώθηκε ότι η πρότασή μας απορρίπτεται. Είναι αλήθεια, ότι ύστερα οι αμερικανοί συνάδελφοί μας έκαναν προφορικές εξηγήσεις σε υπουργικό επίπεδο, ότι δεν κατανόησαν ορθά και ότι ο δρόμος παρ’ όλα αυτά είναι ανοιχτός, και εμείς μπορούμε να πάμε από αυτόν τον δρόμο, μπορούμε και πρέπει να σκεφτούμε για την ένωση των δυνάμεών μας».
Ο Πούτιν πληροφόρησε ότι ο υπουργός εξωτερικών Κέρρυ διευκρίνισε ότι η άρνηση του Λευκού Οίκου στις συνομιλίες για τη Συρία και το Χαλιφάτο δεν σημαίνει άρνηση αλλά αναβολή συμφωνίας. Την ίδια ώρα, είναι σαφές ότι στην Ουάσιγκτον ακόμη αντιπαλεύουν μεταξύ τους αρκετές τάσεις και ακόμη δεν έχει διαμορφωθεί μια νέα στρατηγική για τη Συρία –και μια από τις πιο δημοφιλής είναι η ιδέα της διαίρεσης της χώρας. Γι΄ αυτό ακόμη δεν γίνεται λόγος σε επίσημο επίπεδο, αλλά πολλά δημοσιεύματα των πιο σοβαρών αναλυτών και πρώην πολιτικών υποδεικνύουν ότι η επιλογή «παίρνω και μοιράζω» εξετάζεται περισσότερο και από σοβαρά. Υπέρ αυτού του σεναρίου υπάρχουν πολλοί λόγοι και ένας από τους κύριους βεβαίως είναι ο πιο απλός: να δώσουμε στους Ρώσους αυτό που ήδη έχουν, ώστε να μην τα πάρουν όλα. Αυτό που μοιάζει με το μοίρασμα του δέρματος της αρκούδας που δεν είναι ακόμα σκοτωμένη (του Χαλιφάτου, το οποίο και στο Ιράκ κατέχει τεράστια εδάφη), κατ’ αρχήν δεν ανταποκρίνεται στα συμφέροντα ούτε της Συρίας ούτε της Ρωσίας. Και ο Πούτιν κατέστησε σαφές  ότι οποιαδήποτε διαίρεση της Συρίας δεν πρόκειται καν να τεθεί ως πιθανότητα. «Η διαίρεση της Συρίας –είναι η χειρότερη επιλογή, είναι απαράδεκτη. Δεν θα οδηγήσει στην παύση των συγκρούσεων, αλλά ακριβώς στο αντίθετο, θα δημιουργήσει τις συνθήκες για την συνέχιση και την όξυνσή τους. Εάν διαιρεθεί η Συρία σε ξεχωριστά τμήματα, αυτά θα βρίσκονται ασταμάτητα σε πόλεμο μεταξύ τους, και τίποτε καλό δεν πρόκειται προκύψει».
Σ’ αυτό το σημείο, αμέσως τον πρόεδρο υποστήριξε ο καθήμενος εκ δεξιών του Αλί Λαριντζανί, πρόεδρος του ιρανικού κοινοβουλίου: «Είμαι απόλυτα σύμφωνος με τη γνώμη του εξοχώτατου κ. Πούτιν, όσον αφορά στο διαμελισμό της Συρίας… ο διαμελισμός της Συρίας θα είναι ένα δώρο στο Ισλαμικό Κράτος». Γενικά η συμμετοχή στη σύνοδο του Λαριντζάν, ενός από τους πιο κοντινούς συνεργάτες του Ιρανού ηγέτη Χαμενεΐ, ήταν πολύ σημαντική. Και όχι μόνον ως επίδειξη της κοινής θέσης για τη Συρία και το Χαλιφάτο. Ο Λαριντζανί, στη σύνοδο αυτή εκτός του ότι έκανε ομιλία, κατά διαστήματα συμμετείχε και στη συζήτηση: ξεσκέπασε την υποστήριξη του ΙΚ από πλευράς ΗΠΑ, μίλησε για τις τεχνητές προσπάθειες να προκαλέσουν χάσμα μεταξύ των σιιτών και σουνιτών. Συνήθως στο “Valdai Club”, το οποίο δημιουργήθηκε από Ρώσους δυτικόφιλους για συζητήσεις με συνηθισμένους δυτικούς, στο πάνελ μαζί τον Πούτιν κάθονταν εκπρόσωποι της Ευρώπης και των ΗΠΑ –και ερωτήσεις έθεταν οι δυτικοί εμπειρογνώμονες και δημοσιογράφοι. Αν και τα τελευταία χρόνια, άρχισαν να προσκαλούν ολοένα και περισσότερους ειδικούς από μη δυτικές χώρες, για συζήτηση με τον Πούτιν επιλέγονταν Ευρωπαίοι VIP φιλοξενούμενοι- κατά κανόνα πρώην επικεφαλής ευρωπαϊκών κυβερνήσεων. Τώρα, όμως, ο πρώην πρωθυπουργός της Γαλλίας ντε Βιλπέν, καθόταν στην αίθουσα, αλλά στο πόντιουμ απαντούσαν στις ερωτήσεις ο Πούτιν και ο Λαριντζάν (εκτός αυτών ήσαν ακόμη και πρώην αμερικανός πρέσβης στην ΕΣΣΔ Μέτλοκ και ο πρώην πρόεδρος της Τσεχίας Κλάους). Αυτό ήταν ένα σημαντικό μήνυμα –μεταξύ αυτών και για τον ισλαμικό κόσμο.
Αλλά το πλέον σοβαρό ερώτημα το έθεσε στον Πούτιν ο εκπρόσωπος του κινεζικού πρακτορείου «Σιχουά» -τον ρώτησε, πόσες κατά τη γνώμη του στον μέλλον θα είναι στον κόσμο οι χώρες-ηγέτες. Ο Κινέζος πρότεινε ως επιλογή τέσσερις επιλογές: τρεις (ΗΠΑ, Ρωσία και Κίνα), τέσσερις (ΗΠΑ, Ε.Ε., Ρωσία και Κίνα), δύο (ΗΠΑ και Κίνα) ή τη Δύση (ΗΠΑ με την Ευρώπη) εναντίον της Ανατολής (Ρωσία και Κίνα). Ο Πούτιν δεν επέλεξε καμία από αυτές, αλλά στην απάντησή του ανέφερε τη ρωσική άποψη για την παγκόσμια τάξη. Και είναι πολύ σημαντικό, ότι δεν ήταν ρωσοκεντρική –σε αυτήν ο Πούτιν περιέγραψε τις προτεραιότητες της Ρωσίας. Στη πρώτη θέση έβαλε φυσικά την ιστορική Ρωσία – την «Ευρασιατική Ένωση» και την «Οργανισμό Συμφώνου Συλλογικής Ασφάλειας». Στη δεύτερη την «ανάπτυξη των σχέσεων με τους γείτονές μας, και κυρίως με τους πιο κοντινούς γείτονές μας, όπως τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, μεγάλης χώρας, και την Ινδία». Στη τρίτη θέση –ένας ακόμη γείτονάς, η Ευρώπη: «και βεβαίως, εμείς δεν σκεφτόμαστε τη δική μας ανάπτυξη χωρίς την ανάπτυξη των σχέσεών μας με την Ευρώπη». Ξεχωριστά ο Πούτιν ανέφερε τον ισλαμικό κόσμο, στις σχέσεις του οποίου με την Ευρώπη «εμείς μπορούμε να παίξουμε το ρόλο γέφυρας, λαμβάνοντας υπ’ όψιν 20 εκατομμύρια του δικούς μας μουσουλμανικού πληθυσμού». Και μόνον έπειτα από αυτό είπε ότι «βεβαίως, υπολογίζουμε στην ανάπτυξη των σχέσεών μας με τις ΗΠΑ, εάν οι εταίροι μας το θελήσουν».
Αυτό είναι φυσικά η ρωσική άποψη για τον πολυκεντρικό κόσμο –στον οποίο θέλουμε να έχουμε φυσιολογικές σχέσεις με όλους: και με αυτούς που συνορεύουμε, και με αυτούς που παίζουν ρόλο σε έναν πολυπολικό κόσμο (όπως για παράδειγμα η Ινδία). Σ’ αυτόν τον κόσμο δεν υπάρχει ηγεμόνας, υπάρχει ισορροπία δυνάμεων και υπάρχει ισχυρή Ρωσία. Μοναδική θέση που προσδιορίζεται, με το ότι δεν εμφανίζεται ως παγκόσμιος δικτάτωρ ούτε ως δάσκαλος, είναι αυτή της δύναμης η οποία απολύτως συνειδητά συνδράμει στο να μην πέσει ο κόσμος είτε στη παγκοσμιοποιητική μηχανή της ισοπέδωσης όλων των πολιτισμών, είτε στο καταστροφικό χάος ενός πολέμου όλων εναντίον όλων.
Όπως είπε ο Πούτιν, απαντώντας στο ερώτημα για τη σύγκρουση αξιών μεταξύ Ρωσίας και Δύσης: «Δείτε στις σκέψεις των διανοητών μας, των φιλοσόφων, των εκπροσώπων της κλασικής ρωσικής λογοτεχνίας… Βλέπουν τις αιτίες των διαφωνιών στη διαφορά των κοσμοαντιλήψεων, και εν μέρει έχουν δίκιο… Στο υπόβαθρο της δικής μας κοσμοθεωρίας βρίσκονται οι αντιλήψεις για καλό και το κακό, για τις ανώτερες δυνάμεις, για τη θεϊκή αρχή. Αλλά στη βάση της δυτικής σκέψης υπάρχει το συμφέρον, ο πραγματισμός».
Πρόσθεσε ότι στη βάση της σημερινής πολιτικής της Δύσης «βρίσκεται ο μεσσιανισμός και η αποκλειστικότητα» και γι’ αυτό το λόγο αυτό δυσκολευόμαστε να κάνουμε έναν διάλογο, καθώς «συνιστά απόκλιση από τις κοινές παραδοσιακές αρχές, στη βάση των οποίων βρίσκεται η ισότητα όλων των ανθρώπων ενώπιον του Δημιουργού».
Ο Πούτιν κατέληξε ότι «ακόμη και σε αυτό το σύστημα εμείς θα αναζητούμε σημεία επαφής». Και αυτή είναι η ουσία της παρούσας κατάστασης.  Η Ρωσία ξαφνικά άρχισε να δρα επίσης δυναμικά και πραγματιστικά όπως η Δύση, αλλά παρ’ όλα αυτά όχι μόνον δεν θέλει να γίνει μέρος της Δύσης, αλλά ούτε επιδιώκει να καταλάβει τη θέση της ως παγκόσμιος ηγεμόνας. Όχι, απλώς προτείνει στη Δύση να είμαστε ρεαλιστές και να αναγνωρίσουν ότι ήλθε μια νέα εποχή, στην οποία δεν υπάρχουν οι εκλεκτοί, αλλά οι ίσοι. Εν τέλει, αυτό είναι τώρα πρωτίστως προς το συμφέρον και της ίδιας της Δύσης. Άλλωστε, η Ρωσία ήδη απέδειξε ότι για έναν τέτοιο κόσμο είναι έτοιμη και να πολεμήσει.       

Συντάκτης: Πιότρ Ακόπωφ

Πηγή: http://www.vz.ru/politics/2015/10/22/773917.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου