Το «έργο», ωστόσο, σύντομα
μπορεί να έχει πολύ δυσάρεστη εξέλιξη, και δεν υπάρχει κανείς «από μηχανής
θεός» να την αποτρέψει, παρά τις μύχιες ελπίδες (ή πεποιθήσεις) αρκετών
Κυπρίων. Τα όσα διημείφθησαν όλο το προηγούμενο διάστημα και, κυρίως, οι
εξωφρενικές υποχωρήσεις-παραχωρήσεις στις οποίες προέβη ο «χουβαρντάς» κ.
Αναστασιάδης, συνεπικουρούμενος από τον κ. Κυπριανού, δημιουργούν ένα εν τοις
πράγμασι κάκιστο προηγούμενο. Δεν στέκει καμία δικαιολογία για την παράδοση,
έστω και στα χαρτιά, της Κυπριακής Δημοκρατίας. Γιατί αυτό συνέβη όλο το
προηγούμενο διάστημα με αποκορύφωμα το «όργιο» στον Κραν Μοντανά. Μια
πρωτοφανής υποχωρητικότητα, δήθεν, για να λυγίσει η σκληρή Τουρκία. Και η
Τουρκία δεν λύγισε, γιατί τα θέλει όλα, και ξέρει ότι αν δεν τα πάρει όλα,
αύριο θα έχει μπροστά της «παγίδες». Προσοχή, δεν υπολογίζει την
αποφασιστικότητα των Ελληνοκυπρίων να διατηρήσουν όση κυριαρχία θα υφίσταται
ακόμη σε ένα κράτος-σκιάχτρο, που δρομολογείται ενάντια σε κάθε διεθνή
νομιμότητα αλλά και ενάντια στους νόμους της λογικής.
Οι συνθήκες χάους που θα
προκύψουν από το καραγκιόζ-μπερντέ, που θα συμφωνηθεί με τις βρετανικές
ευλογίες και τις χορηγίες των εταιρειών φυσικού αερίου, θεωρούνται δεδομένες.
Το ζήτημα είναι κατά πόσο ο σουλτάνος –ο σημερινός ή κάποιος διάδοχός του,
γιατί κάποιοι περιορίζουν το πρόβλημα στην ψυχοσύνθεση του Ερντογάν- θα μπορεί
να επιβάλει την αποκλειστική του θέλησή, όπως έκανε το ’74. Διότι, η Άγκυρα
θέλει να είναι με λυμένα τα χέρια όταν έλθει εκείνη η ώρα, που θα έχει ήδη
προετοιμαστεί με ανατροπή δημογραφικών δεδομένων, κατάρρευση των κρατικών
λειτουργιών, εστίες χαμηλής έντασης και προβοκάτσιες. Το know-how, ως γνωστόν υπάρχει από τη δεκαετία
του 1960. Δεν χωρεί συζήτηση ότι το βέβαιο χάος το διακρίνουν στον ορίζοντα και
όλοι οι διεθνείς δρώντες παίκτες επί του κυπριακού οικοπέδου. Αλλά αυτό συνιστά
ένα δευτερογενές στάδιο στο σχεδιασμό τους. Αρχικώς, ο στόχος είναι να
καθαρίσει νομικά η περιοχή για τους αγωγούς και, ταυτόχρονα, να γύρει η ζυγαριά
στις νέες γεωστρατηγικές ισορροπίες. Κυρίως, δηλαδή να κερδηθεί εκ νέου για το
δυτικό στρατόπεδο η επηρμένη τουρκική ηγεσία, προσφέροντάς της ισχυρά μερίδια
επιρροής σε ενεργειακές πηγές και στην Μεγαλόνησο. Δεν παραδίδουν, όμως, την
αποκλειστική ιδιοκτησία στους νεο-οθωμανούς, αλλά, αντιστρόφως, η Κύπρος θα
συνιστά στοιχείο ελέγχου της τουρκικής πολιτικής.
Οι μόνοι που φαίνεται
να μην βλέπουν όχι τον μακρινό ορίζοντα αλλά ούτε πέρα από τη μύτη τους, είναι
διάφοροι πολιτικοί παράγοντες σε Ελλάδα και Κύπρο, που εδράζουν τα επιχειρήματά
τους κυριολεκτικά στο κενό λόγο. Ιδιαίτερα στο νησί έχει διαμορφωθεί ένα
μικροπεριβάλλον, στο οποίο ισχύουν αυθαίρετες σταθερές, που δεν ανταποκρίνονται
στην ευρύτερη πραγματικότητα αλλά σε άκαμπτες κομματικές γραμμές και ευσεβείς
πόθους. Είναι, για παράδειγμα, ακατανόητος ο τρόπος που στο δημόσιο διάλογο για
το μέλλον του Κυπριακού φαίνεται να μην λαμβάνεται ουδόλως υπ’ όψιν η
συμπεριφορά της Τουρκίας προς τους γείτονές της στην Μ. Ανατολή. Οι ευθείες απειλές
και οι ωμές στρατιωτικές παρεμβάσεις εναντίον της Συρίας, του Ιράκ, των
Κούρδων, μεταδίδονται σχεδόν ουδέτερα, χωρίς να συσχετίζονται με την πολιτική
της Άγκυρας στην Κύπρο. Προφανώς εδώ είναι …άλλοι Τούρκοι.
Αυτή η παράλογη συμπεριφορά
είναι σχεδόν κυρίαρχη, καθώς αποτυπώνεται στην επίσημη γραμμή των δύο μεγαλύτερων
κυπριακών κομμάτων αλλά και σε σημαντικό τμήμα της εγχώριας ελίτ. Είναι πλέον
σαφές ότι η παράδοση της κυριαρχίας της κυπριακής δημοκρατίας, με αντίτιμο την
προνομιούχο θέση και την υψηλή προστασία εκ μέρους τρίτων, δεν είναι ταμπού για
πολλούς. Η επιβίωση εντός ενός ημι-οθωμανικού και ημι-ευρωπαϊκού κράτους, όπου
οι μπίζνες θα συνεχίζονται ως συνήθως, ενισχυμένες επιπλέον με την τεράστια
τουρκική αγορά, δεν προκαλεί ρίγος απέχθειας. Μάλλον το αντίθετο.
Αυτό το γνωρίζουν
καλά οι διεθνείς παράγοντες που κινούν τα νήματα στο παρασκήνιο. Γι’ αυτό, αν
και η υπόθεση ναυάγησε προσωρινώς το περασμένο θέρος, αυτοί θα επανέλθουν. Εδώ
που φθάσαμε, με τις υποχωρήσεις που έγιναν, ένα μόνον μικρό βηματάκι απομένει
για να ολοκληρωθεί το «κόλπο». Το βηματάκι αυτό, όμως, έχει δύο εμπόδια.
Το ένα είναι η εμμονή
του Ερντογάν. Τους επόμενους μήνες, ωστόσο, κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με
ακρίβεια τους συσχετισμούς που θα έχουν διαμορφωθεί στην Μέση Ανατολή, και τι
υπόγειες συμφωνίες συμφερόντων θα κλείσουν, και οι οποίες θα περιλαμβάνουν και
την Κύπρο, ίσως ερήμην της Λευκωσίας και των Αθηνών. Με μισή μόνον, δήθεν
μεγαλόθυμη, υποχώρηση της Άγκυρας στο ζήτημα π.χ. της παρουσίας του τουρκικού
στρατού, το «πακέτο Αναστασιάδη» μπαίνει άμεσα σε εφαρμογή. Κι ας μην τρέφονται
αυταπάτες ότι θα διακινδυνεύσει κανείς να οδηγηθεί η πρόταση «λύσης» στην λαϊκή
ετυμηγορία, ή ότι αν γίνει δημοψήφισμα αυτό θα διεξαχθεί σε συνθήκες ελεύθερης
βούλησης των Κυπρίων. Τέτοια λάθη δεν επαναλαμβάνονται από τους μεγάλους
παίκτες.
Το δεύτερο εμπόδιο
είναι οι προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου. Η επόμενη ημέρα απαιτεί την απαρέγκλιτη
πορεία επί του μονοπατιού που έχει χαραχθεί, μετά το «φιάσκο» του σχεδίου Ανάν.
Σε λίγους μήνες, λοιπόν, οι Κύπριοι πολίτες θα έχουν, πιθανόν, τη τελευταία
πραγματική ευκαιρία να αποτρέψουν την ομαδική αυτοκτονία που τους ετοιμάζεται.
Είναι βέβαιο ότι στο διάστημα που απομένει η εσκεμμένη εκστρατεία σύγχυσης θα
συνεχίζεται. Είτε με τις «φουστανέλες», που βγαίνουν από τις ντουλάπες για να
αντικαταστήσουν το «ημίψηλο» του κοσμοπολίτη, είτε με τις ανούσιες κοκορομαχίες,
για να κρατηθούν στο μαντρί οι ψηφοφόροι. Εναπόκειται πλέον μόνον στους ίδιους
τους Ελληνοκυπρίους να δουν κατάματα την πραγματικότητα, αυτήν που αρνούνται να
παραδεχθούν οι ηγέτες τους. Να αντιληφθούν ότι τώρα παίζεται η ζωή η δική τους,
των παιδιών τους και όλου του κυπριακού ελληνισμού. Αν επικροτήσουν, για
όποιο λόγο, την αποδοχή στην παράδοση να είναι έτοιμοι για έναν μακρύ Γολγοθά.
Η Κύπρος του 2017 δεν
είναι, βέβαια, η Κύπρος του Σεφέρη ή του Ρούφου της «Χάλκινης Εποχής». Ο
βυζαντινός άνθρωπος της δεκαετίας του 1950 έχει αντικατασταθεί, εν πολλοίς, από
τον homo
economicus μιας
από τις πιο παρασιτικές οικονομίες στον κόσμο. Ωστόσο, είναι βέβαιο ότι ακόμη υφίστανται
μεγάλες, έστω και αθόρυβες, εστίες αντίστασης. Κι αυτό είναι που φοβούνται οι
διάφοροι σχεδιαστές του μέλλοντος του νησιού. Σε λίγους μήνες, είναι εφικτό οι φόβοι
τους να βγουν αληθινοί, για μια ακόμη φορά μετά το 2004.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου