Και φέρνει ως παράδειγμα –ατυχέστατο, διότι η ελάχιστη γνώση των δεδομένων και των συσχετισμών που διαμορφώνονται καταδεικνύουν το αντίθετο- τη αποφασιστικότητα που δείχνει απέναντι στη Συρία του Άσαντ. Μάλιστα, η επιχειρηματολογία του δεν εμπεριέχει ούτε καν, και εδώ διαφέρει από τους προηγούμενους ουκ ολίγους οπαδούς του νεο-οθωμανισμού, το στοιχείο της συμμετοχής μας στην ευρωπαϊκή δύση.
Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2012
Σχόλιο πάνω στο κείμενο του Κ. Ιορδανίδη, “Ανατολική προοπτική”
Και φέρνει ως παράδειγμα –ατυχέστατο, διότι η ελάχιστη γνώση των δεδομένων και των συσχετισμών που διαμορφώνονται καταδεικνύουν το αντίθετο- τη αποφασιστικότητα που δείχνει απέναντι στη Συρία του Άσαντ. Μάλιστα, η επιχειρηματολογία του δεν εμπεριέχει ούτε καν, και εδώ διαφέρει από τους προηγούμενους ουκ ολίγους οπαδούς του νεο-οθωμανισμού, το στοιχείο της συμμετοχής μας στην ευρωπαϊκή δύση.
Οι ηθικοί αυτουργοί του δεξιού εξτρεμισμού
Αναμφίβολα, η εκρηκτική αύξηση της λαθρομετανάστευσης και της
εγκληματικότητας, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση και την απαξίωση
του πολιτικού συστήματος, αποτέλεσαν το κατάλληλο περιβάλλον για την
ισχυροποίηση της άκρας δεξιάς. Οι γενεσιουργές της, όμως, αιτίες
ανιχνεύονται πολύ πιο πριν και αρκετοί απ’ όσους σήμερα φρίττουν και
αναρωτιούνται για το φαινόμενο είναι οι ίδιοι οι ηθικοί αυτουργοί της
εμφάνισής του.
Τη δεκαετία του 1990, κατά τη δεύτερη φάση της μεταπολίτευσης, κυρίαρχο
ιδεολογικό ρεύμα στη χώρα κατέστη ο «εκσυγχρονισμός». Στόχος των
ηγεμονικών στρωμάτων έγινε η τάχιστη και χωρίς αναστολές διαδικασία
προσαρμογής μας στην παγκοσμιοποίηση. Η θεωρία του «παγκόσμιου χωριού»,
που υπονοούσε ουσιαστικά την κατάργηση των εθνών-κρατών, αναδεικνύεται
σε ανεπίσημο κρατικό δόγμα. Πουθενά αλλού το ιδεολόγημα αυτό δεν
εφαρμόστηκε με τέτοια ένταση όπως στην Ελλάδα. Το ελληνικό κράτος είχε
επιλέξει να «αυτοκτονήσει» χάριν της παγκοσμιοποιητικής νομοτέλειας!
Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2012
Κράτος και Μετανάστευση
Παρά το γεγονός ότι στις βουλευτικές εκλογές (2009) το μεταναστευτικό ζήτημα παρέμεινε χαμηλά στην καταγραφή των προτεραιοτήτων των ψηφοφόρων, σε σχέση τουλάχιστον με τις ευρωεκλογές του Ιουνίου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι συνεχίζει να αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία. Και συνιστά πρόβλημα, στη φάση τουλάχιστον που έχει φθάσει, διότι επιφέρει μια σειρά από νέα δεδομένα που, αλλάζοντας ριζικά τη σύνθεση του λαού, τον πολιτισμικό χάρτη και την οικονομική οργάνωση, οδηγούν στα όριά της την κοινωνική συνοχή και μειώνουν περαιτέρω το επίπεδο πραγματικής δημοκρατίας.
Κι όμως, η σημερινή ζοφερή κατάσταση όπου εκατοντάδες χιλιάδες αλλοδαποί συνάνθρωποί μας αναζητούν μια ελπίδα σε μια καταρρέουσα οικονομία, την ίδια ώρα που οι λαϊκές τάξεις βιώνουν την ταξική τους καθίζηση και παράλληλα τη χωροταξική τους συμπίεση από τους νεήλυδες, έχει τη συνενοχή μεγάλου τμήματος του γηγενούς πληθυσμού και του ίδιου του κράτους.
Το ιστορικό είναι γενικά γνωστό. Ο ελληνικός λαός συνήργησε στην είσοδο των αλλοδαπών εργαζομένων, διότι ο ίδιος αναρριχήθηκε ψηλότερα στην ταξική κλίμακα. Ο Έλληνας κάλυψε τις ανάγκες του εκεί που χρειαζόταν χειρωνακτική εργασία, στη φύλαξη των γερόντων και των παιδιών του, αλλά και στην «ψυχαγωγία» υπό την ευρεία έννοια. Βέβαια, οι πραγματικά ωφελημένοι δεν ήταν άλλοι από τις μεγάλες εταιρείες, ιδίως αυτές των κατασκευών, αλλά και νέοι τομείς νόμιμης και παράνομης δραστηριότητας που βασίζονται στη μετανάστευση. Η εποχή, όμως, της ύφεσης, η νέα ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική και η έλευση περισσοτέρων μεταναστών δημιούργησε ένα εκρηκτικό σκηνικό. Η αντίδραση των λαϊκών στρωμάτων και ο φόβος απώλειας ψήφων εξανάγκασε τα κόμματα εξουσίας να προσαρμόσουν αναλόγως τον προεκλογικό τους λόγο και να μιλήσουν για συγκροτημένη μεταναστευτική πολιτική και αναχαίτιση της λαθρομετανάστευσης.